Το μαντείο αναφέρεται: από τον Ηρόδοτο, στην Αργοναυτική εκστρατεία, απο τον Όμηρο στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια καθώς και από τον Αριστοτέλη: «διότι εκεί κατοικούσαν οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν Έλληνες».
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές, δεν απάντησαν στο ερώτημα για τον χρόνο έναρξης της λατρείας στην Δωδώνη, που έως τον 15ο π. Χ. αιώνα ήταν απόκομμένη από τη νότιο Ελλάδα.
Από τα αρχαιολογικά ευρήματα, υποθέτουμε ότι η λατρεία άρχισε στην πρώιμη εποχή του Χαλκού (κάπου μεταξύ 2600-1900 π. Χ.)
Η λατρεία, επικεντρώθηκε στην ιερή βελανιδιά, που ήταν και το κέντρο του μαντείου. Από αυτό το μέρος, ξεπήδησε και μια στειρά τοπωνυμίων και εθνικών ονομάτων, όπως Ελλοί- Σελλοί, Ελλοπία, Δωδώνη και θεσπρωτός (η ρίζα θεσαπαντάται στα Ομηρικά επίθετα).
Εκ των ανωτέρω, γίνεται κατανοητό ότι η περιοχή της Δωδώνης αποτελεί πανάρχαια κοιτίδα του Ελληνισμού και ήταν χώρος μεγάλης λατρευτικής παράδοσης. Το μαντείο, λειτούργησε από την εποχή του Χαλκού περίπου 2600- 1100 π. Χ. (αρχικά λατεύοντας τη Μεγάλη Θεά και αργότερα τον Δία), έως το τέλος του 4ου μ. Χ. αιώνος, που την λατρεία του Διός διαδέχεται η Χριστιανική. Η μεγάλη λατρευτική παράδοση της ιερής φυγού (βελανιδιάς) και των αρχαίων κτισμάτψν, συνεχίζεται από τον 4ο αιώνα μ. Χ. με την Χριστιανική πίστη, όπως αποδεικνύεται από τα ερείπια της χριστιανικής βασιλικής του 5ου και 6ου αιώνος.
Πηγή: ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ http://estia.hua.gr:8080/dspace/