Στις υπώρειες των ορεινών όγκων - προς την πλευρά του Θεσσαλικού κάμπου - αλλά και ανάμεσά τους, διέρχονται τα διάφορα παρακλάδια του Πηνειού ποταμού. Ο Πηνειός αποτέλεσε πάντα την βάση όλων των στοιχείων που σχετίζονται με την ιστορία, τον πολιτισμό, την οικονομία και την εξέλιξη της ζωής του ανθρώπου στη Θεσσαλία. Αυτός είναι και ο λόγος που τα πρωιμότερα κατάλοιπα της ανθρώπινης παρουσίας εδώ, έχουν βρεθεί πάντα κοντά στις όχθες αυτού του ποταμού.
Η ιστορία της παρουσίας του ανθρώπου στην περιοχή Καλαμπάκας - Πύλης, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, αρχίζει κατά τη Μέση Παλαιολιθική εποχή, τα απώτερα όρια της οποίας τοποθετούνται περίπου 100.000 χρόνια από σήμερα. Κατάλοιπα αυτής της εποχής έχουν βρεθεί τα τελευταία χρόνια στο σπήλαιο της Θεόπετρας.
Στην πραγματικότητα τα ευρήματα του σπηλαίου αυτού είναι ως τώρα τα παλιότερα ανασκαμμένα κατάλοιπα της ανθρώπινης παρουσίας σε ολόκληρη τη Θεσσαλία, η ιστορία της οποίας πιστευόταν οτι άρχιζε στη Νεολιθική εποχή, δηλ. 6.500 χρόνια π.χ. περίπου. Χρονολογήσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα σε άνθρακες από το σπήλαιο αυτό ξεπερνούν τα 40.000 χρόνια, ενω δεν είναι απίθανο στο μέλλον να πλησιάσουν και τα 100.000 χρόνια. Το σπήλαιο εξακολούθησε να κατοικείται μέχρι περίπου το 3.000 π.Χ., όταν ήδη στον κάμπο της Θεσσαλίας είχαν αναπτυχθεί και υπαίθριοι οικισμοί, που συνήθως είναι γνωστοί με την ονομασία «μαγούλες».
Από το 14.000 π.Χ. περίπου, έχουμε και ένα ανθρώπινο σκελετικό κατάλοιπο, μία ταφή πιθανότατα,σ'αυτό το σπήλαιο, τον παλιότερο ως τώρα Θεσσαλό. Ανήκει στον σημερινό ανθρώπινο τύπο, αλλά με αρχαϊκά χαρακτηριστικά.
Ένας ακόμη σκελετός, μιας νεαρής γυναίκας αυτή τη φορά, προέρχεται από το μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στην Παλαιολιθική και τη Νεολιθική εποχή στη Θεσσαλία, το Μεσολιθικό. Βρέθηκε σε κανονική ταφή και σαν πιθανή αιτία θανάτου της θεωρείται, σύμφωνα με τους μελετητές, η αναιμία. Οι γνώσεις που συσσώρευαν απί χιλιάδες χρόνια οι παλαιολιθικοί αυτοί άνθρωποι - με αποκορύφωμα την επίτευξη ψησίματος του πηλού που τους εξασφάλισε στεγανά δοχεία συντήρησης και παρασκευής της τροφής - οδήγησε στη δημιουργία του νεολιθικού πολιτισμού, που γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη στο θεσσαλικό χώρο.
Προς το τέλος της Νεολιθικής εποχής (μετά τα 4.000 π.Χ.), παρατηρήθηκε μετακίνηση του κέντρου ανάπτυξης του νεολιθικού κόσμου προς τη θάλασσα (ανατολική Θεσσαλία), την οποία άρχισαν να εκμεταλεύονται. Αυτός είναι ο λόγος που από την περίοδο της Χαλκοκρατίας που ακολουθεί, έχουμε λιγοστά ευρήματα από το σπήλαιο της Θεόπετρας. Η ακμά του Μυκηναϊκού κόσμου που σημειώνεται στο τέλος της Χαλκοκρατίας έχει ως επίκεντρο τις ανατολικές ακτές της Θεσσαλίας (Ιωλκός-Πευκάκια), ενώ άλλα εκατό περίπου μικρότερα κέντρα αναπτύσσονται αυτή την εποχή σ'όλη τη Θεσσαλία. Αντίθετα, η βοριοδυτική περιοχή της θεσσαλικής πεδιάδας, παρουσιάζει ελάχιστες θέσεις με μυκηναϊκά ευρήματα.
Στρώματα μυκηναϊκής εποχής βρέθηκαν ωστόσο στις ανασκαφές του Ασκληπιείου (μέσα στην πόλη των Τρικάλων), ενώ τάφοι αυτής της εποχής ανασκάφηκαν στον Εξάλοφο και την Αγρελιά και λίγο μεταγενέστεροι (πρωτογεωμετρικοί) στη Φήκη και τον Πρίνο. Ένα από τα φύλλα που εισήλθαν, οι Θεσσαλοί της Θεσπρωτίας, κυριάρχησε στην  Αιολίδα (μεταγενέστερη Θεσσαλιωτίδα, σημερινή Καρδίτσα) πριν από τα μέσα του 12ου π.Χ. αι. και τελικά έδωσε στη χώρα αυτή όπως και στην υπόλοιπη Θεσσαλία, το όνομά της.
Ο τύμβος του Εξαλόφου αποτελεί την πρώτη απόδειξη της εισόδου των ηπειρωτικών φύλλων στη Θεσσαλία πριν το τέλος των μυκηναϊκων χρόνων.
Η τελική επικράτηση των επήδυλων αυτων επισφράγισετ το φυσιολογικό τέλος του μυκηναϊκου πολιτισμού της Θεσσαλίας. Η αναφορά πάντως από τον Όμηρο της Τρίκκης, της Οιχαλίας και της Ιθώμης (κοντά στα όρια με τον Νομό Καρδίτσας) στην Ιλιάδα, μαρτυρά ότι η παρουσία τουςήταν γνωστή και η δύναμή τους υπολογίσιμη. Και αν η Τρίκκη διαθέτει μια ισχυρή εξουσία τότε, είναι βέβαιο ότι η περιοχή της Πιαλείας μα τα φαρμακοτριβεία του Ασκληπιού, η Πύλη και η Καλαμπάκα, θα περιλαμβανόταν στις εκτάσεις αυτής της δύναμης, που ήταν φημισμένοι για τα άλογά της..
Το πέρασμα στους κλασικούς χρόνους έγινε ομαλά. Η Θεσσαλία απομακρυσμένη από τα μεγάλα αστικά κέντρα, διατήρησε πάντα έναν τοπικό χαρακτήρα στον πολιτισμό της, συμβάλοντας όμως αποφασιστικά με τη δύναμή της σε πολέμους ποτέ υπέρ των Αθηναίων, ποτέ υπέρ των Σπαρτιατών και ποτέ στο πλευρό των Μακεδόνων - αργότερα.
Από παλιά η Θεσσαλία εμφανίζεται διαιρεμένη σε τέσσερα μέρη (τετραρχίες) που ήταν οι εξής: η Πελασγιώτις, η Φθιώτις, η Θεσσαλιώτις και η Εστιαιώτις ή Ισταιώτις. Η τελευταία περιελάμβανε τον σημερινό νομό Τρικάλων και είχε πρωτεύουσα την Τρίκκη και τις πόλεις Πιάλεια, Οιχαλία, Αιγίνιο, Φαλώρια, Γομφοι, Ιθώμη, Μητρόπολη, Οξύνεια, Πελινναίον, Φαρκαδόνα, Φαιστό (κοντά στο σημερινό Ζάρκο), τον Ατραγα, που ήταν και οι σπουδαιότερες και παρουσίασαν αξιόλογο πολιτισμό, γνωστό από τα αρχαιολογικά ευρύματα που έφεραν στο φως οι κατά καιρούς ανασκαφές των αρχαιολόγων. Παλιότερα λέγεται ότι ονομαζόταν Δωρίς και κατοικούνταν από Δωριείς. Την ονομασία Εστιαιώτης / Ισταιώτης λέγεται ότι οφείλει στους κατοίκους της Ισταίας της Ευβοίας, που μετανάστευαν εκεί όταν κατέλαβαν την πατρίδα τους οι Περραιβοι.
Πέρι το 360 π.χ. ιδρύθηκε το Κοινό των Θεσσαλών, που περιλαμβάνει όλες τις πόλεις της Θεσσαλίας, πλήν τω Φερών που ήταν ανεξάρτητο κράτος. Λίγο αργότερα οι Θεσσαλοι, δια των ευγενών Αλευαδών της Τρικάλων ζήτησαν τη βοήθεια των Μακεδόνων για να απαλαγούν από τις πιέσεις τις τυραννίδας των Φερών. Το έτος 353 π.Χ., ο Φίλππος, επικεφαλής όλων των στρατιωτικών δυνάμεων του Κοινού των Θεσσαλών, αντιμετώπισε τους Φωκείς που είχαν έρθει σε ενίσχυση των Φερραίων συμμάχων τους και τους κατετρόπωσε. Αμέσως μετά κατέλαβε όσες θεσσαλικές πόλεις είχαν συμπράξει με τους Φωκείς, μεταξύ των οποίων και την Τρίκκη.
Η Μακεδονική κυριαρχία στις θεσσαλικές πόλεις έγινε συν το χρόνω εξαιρετικάκαταπιεστική, οι επανελημμένες όμως εξεργέσεις τους πνίγηκαν στο αίμα. Η απόλυτη ηγεμονία των Μακεδόνων στη Θεσσαλία διήρκεσε μέχρι το 197 π.Χ., οποτε η νίκη των Ρωμαίων στις «Κυνος Κεφαλές» τις Πελασγιώτιδας δημιούργησε νέα κατάσταση και οι Θεσσαλοί βρίσκονται στο εξής στη διάθεση των Ρωμαίων στρατηγών και υπάτων.
Ιδρύθηκε νέο Κοινό των Θεσσαλών από τον στρατηγό Φλαμινίνο, με βασικό όργανο το «Συνέδριο», απαρτιζόμενο από αντιπροσώπους των διαφόρων θεσσαλικών πόλεων. Το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την Τρίκκη.
Υπό την Ρωμαϊκή κυριαρχία η Θεσσαλία έζησε ημέρες μεγάλης δύναμης και ακμής, κυρίως κατά τον 2ο π.Χ. αι. Κατά  τη διάρκεια της αυτοκρατορικής περιόδου, οπότε άρχισαν οι εμφύλιοι πόλεμοι των Ρωμαίων, παρακμάζει λίγο-λίγο και κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Τραϊανού (98 - 117 μ.Χ.). Η πρωτεύουσα Τρίκαλα δίνει την εικόνα επαρχιακής ρωμαϊκής πόλης ενώ πολύ χειρότερα γίνονται τα πράγματα για τις μικρότερες πόλεις της Θεσσαλίας.
Έτσι εξασθενημένες πέρασαν οι θεσσαλικές πόλεις στην αρχή της Βυζαντινής επόχής, που διαδέχτηκε τη Ρωμαϊκή κυριαρχία στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας.
Στη διάρκεια της πρώιμης βυζαντινής περιόδου, αποτέλεσε διοικητικό τμήμα του Ανατολικού Ιλλυρικού (4ος - 6ος αι.)και στη συνέχεια του Θέματος της Ελλάδος. Είναι η εποχή της διάδοσης του χριστιανισμού, που ρίζωσε γρήγορα στην περιοχή του νομού Τρικάλων, όπως μαρτυρεί η ύπαρξη επισκοπής Τρίκκης ήδη από τον 4ο αιώνα.
Από τη στιγμή που η νέα θρησκεία γίνεται απίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας ξεκινά και η ανέγερση χριστιανικών εκκλησιών, που την παρουσία τους μαρτυρούν στην περιοχή τόσο ο περίφημος παλαιοχριστιάνικος Άμβωνας που μπορεί να δει κανείς ανασυγκροτημένο στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Καλαμπάκα, όσο και τα ερείπια του παλαιοχριστιανικού ναού που βρέθηκε στο λόφο του Προφήτη Ηλία στα Τρίκαλα. Αυτα είναι από τα πρώτα μνημεία που μαρτυρούν την μετάβαση από την Ύστερη Αρχαιότητα στους Μέσους Χρόνους στην περιοχή.
Οι επιδρομές φύλων από το βορρά είναι διαδοχικές: Γότθων στα 396, Ούνων στα 447, Σλάβων στα 527 και αργότερα, Σαρακηνών στα 976, Βουλγάρων στα 1025 και Νορμανδών στα1081 μ.Χ. Στο μεταξύ, από το 10ο αιώνα, η πεδινή περιοχή του σημερινού νομού Τρικάλων έχει περιέλθει διοικητικά στο θέμα της Θεσσαλονίκης, ενώ η ορεινή περιοχή της Πίνδου στο θέμα της Νικοπόλεως. Στην ίδια περίοδο κάνει την εμφάνισή του το όνομα των Βλάχων, λατινοφώνων της ορεινής Θεσσαλίας και ειδικότερα της Πίνδου, με κυρίαρχη από τότε παρουσία στην ιστορία της περιοχής, σε σημείο μάλιστα που τμήμα της να ονομάζεται Μεγάλη Βλαχιά ήδη από τον 12ο αιώνα.
Από τον 10ο επίσης αιώνα - μέχρι σήμερα - υφίσταται η Μητρόπολη Σταγών, που έδρευαι στην ομόνημη πόλη, τη σημερινή Καλαμπάκα (Αιγίνιο της αρχαιότητας). Μάλιστα, ο ιστορικός Ιωάννης Βογιατζάκης υποστηρίζει πως υπήρχαν δύο σταγοί, το Άστυ, στο σημερινό Καστράκι και το Εμπορείον στη σημερινή Καλαμπάκα. Για πρώτη πάντως φορά το όνομα Σταγοί το συναντάμε στη Διατύπωση του Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (9ος - 10ος αι.). Το όνομα Σταγοί, κατά τον περιηγητή Πουκεβίλ, είναι παραφθορά της φράσης <στους Αγίους> (πιθανότατα εννοούνται οι βράχοι, λόγω των υπαρχουσών μονών) - στ' Αγίους - Σταγούς. Ο Ιωάννης Βογιατζίδης υποστηρίζει ότι η λέξη προέρχεται από τη λέξη σιταγωγός-στάγος (αλώνι) ενώ ο αρχαιολόγος - ιστορικός Ι. Γιαννόπουλος, το αποδίδει στη σλάβικη λέξη στάγια (θάλαμος, κοίλωμα βράχου).
Το όνομα Καλαμπάκα, αρχίζει να χρησιμοποιείται από την εποχή του σουλτάνου Βαγιαζίτ Β', μετά την τουρκική κατάκτηση της Θεσσαλίας (1393 - 1394) και προέρχεται κατ' άλλους από τη λέξη Καλεμπάκ (ωραίο φρούριο) και κατ' άλλους από το όνομα πιθανότατα κάποιου επώνυμου άρχοντα.
Επί αυτοκρατορίας Μανουήλ Κομνηνού η πόλη των Σταγών και η περιφέρειά της υπάγονται στο Θέμα των Σερβίων, που από τον 12ο αι. αποτελεί ξεχωριστό θέμα. Όταν στα 1204, οι Φράγκοι καταλαμβάνουν την Κων/πολη και απεκτείνονται σιγά-σιγά σ'όλη την Ελλάδα, ο Ν. Τρικάλων περνά στην κυριαρχία του Ελληνικού Δεσποτάτου της Ηπείρου του Μιχαήλ Αγγέλου Κομνηνού Δούκα, ο οποίος παραχώρησε στο νόθο γυιό του, σεβαστοκράτορα Ιωάννη Άγγελο Κομνηνό Δούκα τον έλγχο της Θεσσαλίας, που επονομάζεται τότε Μεγάλη Βλαχιά. Ο Ιωάννης Άγγελος αναφέρεται σε χρονικό σημείωμά του 1788, το οποίο αναγράφεται στον κώδικα 793 της Ι.Μ. Αγ. Παντελεήμονος Αγ. Όρους, ως ιδρυτής της Ι.Μ. Μεγάλων Πυλών, στα Βόρεια της Πύλης.
Η Πύλη (παλιά πόρτα) είναι κτισμένοι ανάμεσα στον Ίταμο και τον Κότζιακα, στη βάση που ενώνει την Ήπειρο με την Θεσσαλία και χωρίζεται με τον Πορταϊκο ποταμό από τον νέο οικισμό Πόρτα Παναγιά, όπου βρισκόταν η βυζαντινή πόλη <Μεγάλαι Πύλαι> ή Μεγάλη Πόρτα. Η ονομασία Πύλη μαρτυρεί πόσο σημαντική ήταν η τοποθεσία, ως είσοδο στην Ήπειρο.
Οι Καταλανοί αναστατώνουν και λεηλατούν άγρια το Ν. Τρικάλων στα 1309 - 1311, εποχή κατά την οποία την διοίκηση της περιοχής έχουν οι βυζαντινοί ευγενείς, Στέφας και Μιχαήλ Γαβριηλόπουλος, με τίτλους όπως αυθέντης της Δ. Θεσσαλίας, Σεβαστοκράρωρ και Δεσπότης της Βορείου Θεσσαλίας, αλλά τυπικά η περιοχή υπάγεται στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Η άγρια φορολογία και οι σκληρές συνθήκες που επέβαλαν στο λαό οι Γαβριηλόπουλοι, οδήγησαν στην απομάκρυνσή τους και στα 1333 η Δ. Θεσσαλία υπάγεται και πάλι στην Βυζαντινή αυτοκρατορία με τον Ανδρόνικο Γ' Παλαιολόγο.
Όμως, αυτή η ειρηνική περίοδος για την περιοχή θα είναι πολύ μικρή, γιατί ήδη μετά το 1318, την περιοχή των Τρικάλων, εποφθαλμιούν αρκετοί επιδρομείς, με κυριότερους τους Αλβανούς, ενώ και στο εσωτερικό οι πολλές εμφύλιες διαμάχεςέμελε να ανοίξουν το δρόμο, στην κατάληψη της Θεσσαλίας από τους Σέρβους με ηγεμόνα το Σέφανο Δουσάν. Αυτός ορίζει ως κυβερνήτη της περιοχής τον Γρηγόριο Πρελούμπιο, με έδρα τα Τρίκαλα, ο οποίος προηγουμένως εισέβαλε σ'αυτήν και την κατέλαβε χωρίς αντίσταση.
Μετά το θάνατο του Γρηγόρου Πρελούμπιου, ο ετεροθαλής αδερφός του Στέφανου Δουσάν, Συμεών Ουρέσης αναλαμβάνει την συνέχιση της Σερβικής εξουσίας στη Θεσσαλία. Γύρω στα 1370. ο Συμεών Ουρέσης πεθαίνει και αφήνει στον θρόνο τον Ιωάννη Ουρέση, ο οποίος ήδη από το 1359 - 60 είχε αναγορευθεί σε συμβασιλέα, σε ηλικία μόλις 10 ετών.
Ο Ιωάννης Ουρέσης Παλαιολόγος, που είναι ο τελευταίος απόγονος των Σέρβων ηγεμόνων, καταφεύγει μετά το 1372 και πριν τον Ιούνιο του 1373 στα Μεταίωρα, στη Μονή Μεταμορφώσεως, όπου γίνεται μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ.
Την εποχή της σερβοκρατίας η περιοχή των Τρικάλων γνωρίζει μια μεγάλη πνευματική άνθηση και δραδτηριότητα. Την σερβική κυριαρχία στην περιοχή θα διακόψει η έλευση των Τούρκων στα 1395.
Οι Τούρκοι πρωτοεισήλθαν στην Ανατολική Θεσσαλία το 1393 και προέβησαν σε εποικισμό της με Τούρκους από τη Μ. Ασία. Δύο χρόνια αργότερα, το 1395, προωθήθηκαν προς τα δυτικά και κατέλαβαν την πόλη των Τρικάλων, την οποία κατέστησαν προχωρημένη στρατιωτική βάση εναντίον των ανυπότακτων κατοίκων τηε Πίνδου και των Αγράφων. Η κατάκτηση της πεδινής Δυτ. Θεσσαλίας έγινε με ειρηνικό τρόπο και χωρίς αντίσταση, λόγω της ακαταστασίας που επικρατούσε σ' αυτή τον 14ο αιώνα, κατά τον οποίο βρίσκονταν κάτω από διάφορους δυναστές, καθώς επίσης και λόγω της βαριάς φορολογίας και των καταπιέσεων, που είχαν εξαθλιώσει τους ελεύθερους γεωργούς και δουλοπαροίκους. Οι μεγάλες εκτάσεις πέρασαν στα χέρια των Τούρκων και έτσι δημιουργήθηκαν τα πρώτα τούρκικα τσιφλίκια στη Θεσσαλία.
Το 1444 σημειώθηκε μια νικηφόρα εξέγερση των Θεσσαλών εναντίον των Τούρκων. Επικεφαλής σ'αυτή ήταν ο δεσπότης του Μυστρά, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο μετέπειτα τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Στην εξέγερση έλαβαν μέρος και οι Βλάχοι της Πίνδου. Προσωρινά τοποθετήθηκε Έλληνας διοικητής της Δυτ. Θεσσαλίας με έδρα το Φανάρι. Την άνοιξη όμως του 1446 ο Τούρκος στρατηγός Τουραχάν βέης εξεστράτευσε με πολυάριθμο στρατό εναντίον της Θεσσαλίας και ανάγκασε τον Κωνσταντίνο να την εγκαταλείψει στην οριστική κυριαρχία των Τούρκων, η οποία κράτησε έως το 1881. Αμέσως μετά την εγκατάσταση των Τούρκων στην περιοχή των Τρικάλων άρχισε μαζική φυγή των Ελλήνων από τα πεδινά προς τα ορεινά και κυρίως προς τις δυσπρόσιτες πλαγιές της Πίνδου και των Χασιών, οι οποίες γέμισαν από γραφικά χωριουδάκια γεμάτα ζωή. Τα χωριά αυτά γέννησαν και έθρεψαν τους <κλέφτες>, οι οποίοι αποτέλεσαν την κύρια δύναμη αντίστασης εναντίον των Τούρκωνκαι πρωτοστάτησαν στους απελευθερωτικούς αγώνες μερικούς αιώνες αργότερα.
Στη διάρκεια της Γερμανοϊταλικής Κατοχής (1941 - 44) η ορεινή περιοχή του νομού Τρικάλωνυπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα της Αντίστασης και βρισκόταν υπό τον έλεγχο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που είχε μάλιστα το Γενικό Στρατηγείο του στο ορεινό χωριό Περτούλι της Πίνδου. Στο ίδιο χωριό εγκαταστάθηκε ακι η έσρα του κοινού Γενικού Στρατηγίου των αντιστασιακών οργανώσεων ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ και της Αγγλικής Αποστολής.
Ως σπουδαιότες μάχες των αντάρτικων ομάδων εναντίον των στρατευμάτων κατοχής στην περιοχή του Νομού Τρικάλων αναφέρονται: Η μάχη της Μερίτσας (Οξύνειας) που έγινε στις 12 Φεβρουαρίου 1943, κατά την οποία η ενέδρα και ο αιφνιδιασμός των ανταρτών στοίχησε στον Ιταλικό στρατό 164 νεκρούς και 184 αιχμαλώτους. Από ελληνικής πλευράς υπήρξαν 7 νεκροί και 3 τραυματίες. Η μάχη της Καλαμπάκας, τη Μεγάλη Πεμπτη, 23 Απριλίου 1943, με 70 Ιταλούς νεκρούς. Η μάχη της Πόρτας (8 - 9 Ιουνίου 1943), κατά την οποία οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προξένησαν σημαντικές απώλιες στους Ιταλούς. Χάρη στη δράση των αντάρτικων ομάδων οι περιοχές των Χασίωνκαι της Πίνδου ήταν στην ουσία ελεύθερες από την παρουσία στρατευμάτων Κατοχής. Ωστόσο ολίκληρη η περιοχή Τρικάλων και ιδιαίτερα η ορεινά δοκιμάστηκε σκληρά από τα αντίποινα των Γερμανών, οι οποίι τον Οκτώβριο του 1943, έκαψαν πολλά χωριά και εκτέλεσαν πολλούς Έλληνες πατριώτες. Η πεδινή περιοχή του Νομού Τρικάλων ελευθερώθηκε από τους Γερμανους στις 18 Οκτώβρίου του 1944, ενώ η ορεινή αποτελούσε τμήμα της <Ελεύθερης Ελλάδας> ακι ποτέ δεν κατακτήθηκε ουσιαστικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ ήταν ο Τρικαλινός στρατηγός Στέφανος Σαράφης.
Τέλος την περιοχή των Χασίων και του Ασπροποτάμου διέσχισε ο Άρης Βελουχιώτης στην προσπάθειά του το καλοκαίρι του 1945 να φτάσει στη Ρούμελη. Ο θάνατος τον βρήκε στις 17 Ιουλίου στην κοίτη του Αχελώου, κάτω απ'το χωριό Μυρόφυλο.

Πηγή : Περιφέρεια Θεσσαλίας
http://www.pthes.gov.gr/