Η αρχαία ονομασία της πόλης είναι Αθήναι, (πληθυντικός), επειδή αρχικά αποτελούσε το σύνολο οικισμών που συνενώθηκαν στη συνέχεια και εξελίχθηκαν σε πόλη. Το όνομα δεν έχει κάποια ετυμολογία στα Ελληνικά. Οι Έλληνες πίστευαν πως η πόλη πήρε το όνομα της προστάτιδάς της, της θεάς Αθηνάς, αλλά είναι το ίδιο πιθανό η θεά να οφείλει το όνομά της στην πόλη.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, η Αττική πρωτοκατοικήθηκε τη Νεολιθική εποχή και ήταν γνωστή με το όνομα Ακτή ή Ακτική. Ο Κέκροπας, ο πρώτος βασιλιάς της Αττικής, ήταν αυτός που συγκέντρωσε τους κατοίκους που ως τότε ζούσαν νομαδικά, και τους εγκατέστησε σε 12 οικισμούς.

Η Δυτική Αττική υπήρξε κοιτίδα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού όπου ήκμασαν τα Μέγαρα, η Ελευσίνα, οι Παγές, τα Αιγόσθενα, κ.α..

Κέντρο της Δυτικής Αττικής είναι η Ελευσίνα, που υπήρξε μια από τις πέντε ιερές πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας. Η ονομασία της υποδηλώνει τον ερχομό κάποιου σημαντικού γεγονότος. Η ιστορία της χρονολογείται από το 2000 π.Χ. και είναι συνυφασμένη με τη λατρεία της Θεάς Δήμητρας προστάτιδας της φύσης και της βλάστησης των σιτηρών.

ΠΟΡΤΟ ΓΕΡΜΕΝΟ ΑΤΤΙΚΗΣ

Είναι το επίνειο των Βιλίων και ένα όμορφο παραθεριστικό θέρετρο που συνδυάζει τις πευκόφυτες πλαγιές του Κιθαιρώνα με ωραία παραλία. Στα βορειοανατολικά του οικισμού δεσπόζουν τα τείχη των αρχαίων Αιγοσθένων, τα οποία υπήρξαν κατά την αρχαιότητα σημαντικό λιμάνι και οχυρό στον Κορινθιακό κόλπο και το κέντρο της λατρείας του μάντη και θεραπευτή ήρωα Μελάμποδα.
Το φρούριο των Αιγοσθένων χρονολογείται τον 4ο-3ο αιώνα π.Χ. και θεωρείται το καλύτερα διατηρούμενο αρχαίο κάστρο. Λόγω της παραμεθόριας θέσης του, ανήκε κατά καιρούς στους Μεγαρείς και τους Αθηναίους, ενώ υπήρξε μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας και για σύντομο χρονικό διάστημα του Κοινού των Βοιωτών.
Κοντά στην πύλη του βορείου σκέλος, σώζονται τα θεμέλια πεντάκλιτης βασιλικής του 5ου αιώνα μ.Χ., με ψηφιδωτό δάπεδο. Στην Ακρόπολη σώζεται, εν μέρει, σειρά κελιών μοναστηριού των μεσαιωνικών χρόνων καθώς και εκκλησάκι της ίδιας εποχής, που λειτουργεί μέχρι σήμερα, αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΑ

Η περιοχή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Ευριπίδες, που σημαίνει καλό σιτάρι. Κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. στην ευρύτερη περιοχή υπήρχαν οι μικροί δήμοι Ευριπίδων, Κρωπίας, Πηλήκων και Οίης. Επιγραφές, αγγεία, τάφοι γλυπτά και θραύσματα από αγάλματα δηλώνουν τη λατρεία του Ηρακλή στην περιοχή (Άνω Λίμνη, Ζωφριά). Υπολείμματα ιστορικών μνημείων είναι το αρχαίο τείχος «Δέμα» (4ος π.Χ. αι.) 2,5 χλμ. δυτικά του Πύργου στο λόφο Πυργάθι, (4ος-3ος π.Χ. αι. ), τα θεμέλια της οικίας, (πιθανών διώροφης αγροικίας του 4ου π.Χ. αι. δυτικά του τοίχους) και το Πίσω Τοίχος (αρχές 4ου π.Χ. αι) έξω από το σημερινό εργοτάξιο του δήμου.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΣ

Κατά την κλασσική αρχαιότητα, στο χώρο που σήμερα είναι τα όρια του δήμου αναφέρεται από τον περιηγητή Παυσανία η ύπαρξη δήμου της Θρίας, των Κοπωκιδών, των Ιπποτομάδων και της Οίης, η περιοχή των Ρειτών (δύο λιμνών αφιερωμένων στη θεά Δήμητρα και στην κόρη της Περσεφόνη) και τα ανάκτορα των Κροκωνιδών.
Η ιστορία της πόλης χρονολογείται από τα μέσα του 19ου αιώνα. Τόπος προέλευσης των πρώτων κατοίκων ήταν η περιοχή των Κουνδούρων και της Χασιάς. Το 1960 οι κάτοικοι του Ασπρόπυργου ήταν περίπου 2.000, είχαν ως βασικές ασχολίες τη γεωργία και την κτηνοτροφία και προμήθευαν την Αθήνα με κηπευτικά, δημητριακά και γαλακτοκομικά προϊόντα.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΒΙΛΙΑ

Η ιστορία των Βιλίων είναι άμεσα συνδεδεμένη με το θρύλο της αρπαγής των κατοίκων του Παλαιοχωρίου από πειρατές, οι οποίοι τους μετέφεραν και τους πούλησαν στην Ιταλία. Σήμερα από το Παλαιοχώρι σώζονται μόνο τα ερείπια και το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου. Όσοι κάτοικοι διασώθηκαν από την αρπαγή εγκατέλειψαν το Παλαιοχώρι και δημιούργησαν περίπου το 1230 μ.Χ. το σημερινό χωριό Βίλια. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, τα Βίλια ήταν το κέντρο της περιοχής του μεγάλου Δερβενίου (περιοχή της Μεγαρίδος) και έδρα του Τούρκου Πασά. Στην επανάσταση του 1821, οι Βιλιώτες (μαζί με τους κατοίκους της Κούντουρας και του Μαζίου) ήταν οι πρώτοι που προσέφεραν τη βοήθειά τους στις πολιορκίες της Κορίνθου, των Θηβών, της Χαλκίδας, της Λιβαδειάς και της Ακρόπολης των Αθηνών.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΕΛΕΥΣΙΝΑ

Η Ελευσίνα υπήρξε μια από τις πέντε ιερές πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας. Η ονομασία της υποδηλώνει τον ερχομό κάποιου σημαντικού γεγονότος. Η ιστορία της χρονολογείται από το 2.000 π.Χ. και είναι συνυφασμένη με τη λατρεία της θεάς Δήμητρας, προστάτιδας της φύσης και της βλάστησης των σιτηρών. Ο παλαιότερος ναός για τη λατρεία της θεάς Δήμητρας φαίνεται να διατηρήθηκε μέχρι το 1.000 π.Χ. μετά την κάθοδο Δωριέων, δημιουργήθηκε νέος γεωμετρικός ναός, αλλά το ιερό παρέμεινε στην ίδια θέση. Μετά την επιβολή των Αθηναίων επί των Ελευσίνιων (650-600 π.Χ.) αντί του μικρού γεωμετρικού ιερού κτίζεται μεγαλύτερο, η λατρεία της θεάς Δήμητρας αποκτά πανελλήνιο χαρακτήρα, η πόλη και το ιερό περικλείονται από ισχυρά τείχη και πύργους.
Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες ευνόησαν το ιερό και την πόλη χτίζοντας σημαντικά έργα όπως τα Μικρά Προπύλαια (54 π.Χ.), το Αδριάνειο υδραγωγείο, τη γέφυρα στη διασταύρωση της Ιεράς Οδού κ.α. Με την επιβολή του Χριστιανισμού, τα Ελευσίνια Μυστήρια πέφτουν σε δυσμένεια. Το 392 μ.Χ. ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Θεοδόσιος Β' απαγόρευσε ρητά την τέλεσή τους και το 395 μ.Χ. ο ναός παραδόθηκε στη φωτιά από τις επιδρομές των Οστρογότθων του Αλάριχου.
Για μια μεγάλη περίοδο που ακολούθησε, η πόλη της Ελευσίνας παρέμεινε στην αφάνεια την περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν σχεδόν ακατοίκητη και λίγο πριν την ίδρυση του ελληνικού κράτους αναφέρεται σαν μικρό ψαροχώρι.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΕΡΥΘΡΕΣ

Η πρώτη ιστορική αναφορά στις Ερυθρές γίνεται από τον όμηρο. Στη νεότερη ιστορία η πόλη έφερε την ονομασία Κριεκούκι το 1928, οπότε και μετονομάστηκε σε Ερυθρές.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΜΑΓΟΥΛΑ

Ο πρώτος οικισμός στη Μαγούλα πιθανότατα δημιουργήθηκε ως χειμερινό μετόχι από Κουντουριώτες τσοπάνηδες του Παλαιοχωρίου. Ως χωριό, η Μαγούλα άρχισε να αναπτύσσεται μετά τα Ορλωφικά, όταν ο τοπικός πληθυσμός, κινήθηκε σε βορειότερους ορεινούς όγκους για να ξεφύγει από την εκδίκηση των Τούρκων.
Το 1836 η Μαγούλα αναφέρεται ως χωριό του δήμου Ελευσίνας και στα πρώτα επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών (1875) καταγράφεται ως 'γεωργικών χωρίον' με πληθυσμό 115 κατοίκους. Η Μαγούλα έγινε ανεξάρτητη κοινότητα το 1914 με βασικότερες ασχολίες των κατοίκων της τη γεωργία, την κτηνοτροφία, τη ρητινοσυλλογή και τη μελισσοκομία.
Κατά την κλασσική αρχαιότητα, στο χώρο που σήμερα είναι τα όρια του δήμου αναφέρεται από τον περιηγητή Παυσανία η ύπαρξη δήμου της Θρίας, των Κοπωκιδών, των Ιπποτομάδων και της Οίης, η περιοχή των Ρειτών (δύο λιμνών αφιερωμένων στη θεά Δήμητρα και στην κόρη της Περσεφόνη) και τα ανάκτορα των Κροκωνιδών.Η ιστορία της πόλης χρονολογείται από τα μέσα του 19ου αιώνα. Τόπος προέλευσης των πρώτων κατοίκων ήταν η περιοχή των Κουνδούρων και της Χασιάς. Το 1960 οι κάτοικοι του Ασπρόπυργου ήταν περίπου 2.000, είχαν ως βασικές ασχολίες τη γεωργία και την κτηνοτροφία και προμήθευαν την Αθήνα με κηπευτικά, δημητριακά και γαλακτοκομικά προϊόντα.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΜΑΝΔΡΑ

Στα όρια της περιοχής του σημερινού δήμου αναφέρεται από τον περιηγητή Παυσανία η αρχαία πόλη Ελευθεραί, ερείπια της οποίας διασώζονται μέχρι σήμερα. Το 1815 ο Γάλλος ποιητής Πουκεβίλ γράφει για τη 'Μάνδρα, το χωριό του Κιθαιρώνα, στο έργο του 'Ταξίδι στην Ελλάδα'. Κοιτίδα των κατοίκων της Μάνδρας υπήρξαν τα Κούνδουρα, τα οποία διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στους εθνικό απελευθερωτικούς αγώνες, κάηκαν τρεις φορές από τους Τούρκους και ανέδειξαν ήρωες όπως ο οπλαρχηγός του ΄21 Ζερβονικόλας και ο Ευάγγελος Κοροπούλης που πολέμησε επί σειρά ετών στο πλευρό του Παύλου Μελά.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΜΕΓΑΡΑ

Τα Μέγαρα υπήρξαν μια από τις σημαντικότερες πόλεις της ελληνικής αρχαιότητας. Η αρχική τους ονομασία ήταν Νίσα από το όνομα βασιλιά της, αλλά μετονομάστηκε σε Μέγαρα ως ένδειξη τιμής στον ήρωα Μεγαρέα. Τα Μέγαρα κατοικούνταν κατά τη μυκηναϊκή εποχή, αλλά η κάθοδος των Δωριέων γύρω στο 1100 π.Χ. σημάδεψε την ιστορική τους εξέλιξη. Η καίρια θέση της πόλης στους δρόμους από τη Βόρεια Ελλάδα προς την Πελοπόννησο και τα λιμάνια της Νίσσαιας στο Σαρωνικό και των Παγών στον Κορινθιακό βοήθησαν στην εξέλιξη των Μέγαρων σε ναυτική και εμπορευματική δύναμη της εποχής με αποικίες στη Σικελία (Υβλαία Μέγαρα 728 π.Χ.), στην Κύζικο (Προποντίδα 680 π.Χ.) και στο Βόσπορο (Χαλκηδόνα 685 π.Χ., Βυζάντιο 660 π.Χ.)
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΒΑΡΗ

Οι αρχαίοι συγγραφείς, οι νεότεροι περιηγητές και οι αρχαιολογικές έρευνες, τοποθετούν τον αρχαίο δήμο του Αναργυρούντος, της Ερεχθηίδος φυλής, μετά τον αρχαίο δήμο των Αιξωνίδων Αλών, στα όρια του σημερινού δήμου Βάρης.
Το όνομα του αρχαίου δήμου οφείλεται στο δύσοσμο φυτό ανάγυρος - σημερινός φλόμος - ενώ το σύγχρονο αποδίδεται στην αρβανίτικη ρίζα varr, που σημαίνει τάφος-μνήμα. Ίσως τα αρβανίτικα φύλα έδωσαν το όνομα αυτό, παρατηρώντας τους επιβλητικούς ταφικούς περιβόλους. Η ανασκαφική έρευνα, αποκάλυψε πολλούς τάφους και ταφές σε οργανωμένα νεκροταφεία, που ενισχύουν ακόμη περισσότερο την ονομασία.
Έχουν βρεθεί λείψανα αρχαίων οικισμών, αγροικίες, δρόμοι, δεξαμενές, πηγάδια, πλήθος τάφων, αναλημματικοί τοίχοι, όροι ιδιοκτησιών, ταφικοί περίβολοι, δημόσιος ανοικτός χώρος, αγωγοί, αρχαία λατομεία κ.α. που επαληθεύουν απόλυτα την εκπροσώπηση του Αναγυρούντος στη Βουλή των πεντακοσίων με έξι βουλευτές.
Η ζωή στη Βάρη ξεκινά από την 3η χιλιετία π.Χ. Εγκαταστάσεις και δραστηριότητες έχουν επισημανθεί και ανασκαφεί στους λόφους, σε οικόπεδα της θέσης Καμίνι και αλλού που ανάγονται στην 3η χιλιετία.
Η περισυλλογή λεπίδων οψιανού, ηφαιστειακού πετρώματος από τη Μήλο, μαρτυρεί επικοινωνία με το νησί των Κυκλάδων και εμπορικές σχέσεις.
Η συγκέντρωση κεραμικού υλικού, αγκίστρων και βαριδίων μαζί με θαλάσσια όστρεα, υποδεικνύει τις ασχολίες των κατοίκων της πρωτοελλαδικής εποχής αλλά και τις διατροφικές τους συνήθειες.
Οι ανασκαφικές έρευνες στη θέση Καμίνι αποκάλυψαν οργανωμένα νεκροταφεία Μυκηναϊκών χρόνων με πολλά και ενδιαφέροντα ευρήματα.
Οι τύποι των τάφων -θαλαμοειδείς και λάκκοι και τα κτερίσματά τους δίνουν πληροφορίες για το οικονομικό επίπεδο των κατοίκων και παρέχουν δημογραφικά στοιχεία.
Οι ανασκαφές έφεραν στο φως τμήμα του Μυκηναϊκού οικισμού με στοιχεία της καθημερινής ανθρώπινης δραστηριότητας (οδός Θάσου). Διαπιστώνεται λοιπόν, στην περιοχή ένα Μυκηναϊκό πόλισμα, εξαιρετικά σημαντικό για τον εμπλουτισμό της πολιτιστικής πληροφορίας και γνώσης.
Στα Γεωμετρικά χρόνια η ζωή συνεχίζεται αδιάλειπτα. Εγκαταστάσεις και ταφές στο λόφο της Λαθούριζας αλλά και πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες αποκαλύπτουν την εικόνα του δήμου στη Γεωμετρική περίοδο. Η πρόσφατη έρευνα νεκροταφείου σε οικόπεδο της οδού Τερψιχόρης, υποδεικνύει την ύπαρξη οικισμού των Γεωμετρικών χρόνων.
Στη θέση «Χέρωμα» το εξαιρετικής σημασίας νεκροταφείο του 7ου π.Χ. αιώνα, της προσολώνειας περιόδου, με τα σπουδαία αγγεία του Αναγυρούντος, εκτεθειμένα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο μαρτυρεί την αδιάλειπτη συνέχεια της κατοίκησης και το επίπεδο ζωής.
Το κέντρο του αρχαίου δήμου, κατελάμβανε ο λόφος Λαθούριζα και Λαθουρέσσα στα δυτικά της σημερινής πόλης. Οι παλαιότερες ανασκαφές στον λόφο αποκάλυψαν εκτεταμένα οικιστικά λείψανα, ιερό και πλήθος κινητών ευρημάτων με διάρκεια ζωής και δραστηριότητας από τον 7ο έως τον 4ο π.Χ. αιώνα.
Είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα οικισμού συγκροτημένου κατά την αρχαϊκή και μετέπειτα εποχή. Σε πρόσφατη επιφανειακή έρευνα περί τον λόφο της Λαθούριζας επισημάνθηκαν οικισμοί, των οποίων η διάταξη είναι περιμετρική και χρονολογούνται στον 5ο και 4ο π.Χ. αιώνα.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει αποκαλύψει σε σωστικές ανασκαφές των οικοπέδων του σύγχρονου δήμου, στοιχεία σημαντικά και πολύτιμα για τη μορφή και τον τρόπο ζωής της καθημερινότητας των Αναγυρασίων.
Η καθημερινότητα των Αναγυρασίων δεν φαίνεται να έχει ουσιαστικές διαφορές από τον μέχρι πρότινος των σύγχρονων Βαριωτών.
Στο κέντρο οι πεδινές καλλιεργούμενες εκτάσεις, στους περιμετρικά κείμενους λόφους οι οικίες, οι δεξαμενές και οι παντός είδους εγκαταστάσεις.
Η τοποθεσία της Αττικής γης, όπου ο αρχαίος Αναγυρούς και η σύγχρονη Βάρη εξαπλώνονται, είναι από τις ωραιότερες.
Ανάμεσα στο γαλάζιο του Σαρωνικού και στο γκριζοπράσινο των απολήξεων του Υμηττού απλώνεται ο χώρος της κατοίκησης και της πολιτισμικής δραστηριότητας. Η προστασία της εύφορης κοιλάδας από τους δακτυλιοειδούς διάταξης λόφους (Δίλοφο, Λαθούριζα, Μπαράκο, Μελίσσι, Πευκωτό) επέβαλε την αρχαία δόμηση και επικοινωνία, τους χώρους επιλογής για την απόθεση των νεκρών, τους χώρους λατρείας και τις δραστηριότητες των Αναγυρασίων σε απόλυτη αρμονία στη σχέση άνθρωπος - περιβάλλον.
Αυτές οι συνθήκες περιβάλλοντος διασφάλισαν τη συνέχεια και το αδιάλειπτο της ανθρώπινης παρουσίας και δραστηριότητας που έβρισκε στα κλασικά χρόνια τη «φωνή» της στο χώρο της αγοράς του Αναγυρούντα, που αποκαλύφθηκε στη οδό Παπαφώτη πριν μερικά χρόνια.
Ενός χώρου περιτοιχισμένου, όπου λάβαιναν χώρα οι «εκθέσεις» και πωλήσεις των προϊόντων, οι ασκήσεις των νεαρών Αναγυρασίων, οι αντιθέσεις και οι οσμώσεις για τις πολιτικές πράξεις και αποφάσεις των δημοτών, οι επιλογές των έξι βουλευτών για τη Βουλή των πεντακοσίων στο κλεινόν Άστυ.
Ο Αναγυρούς, Κλεισθένειος Αττικός Δήμος, είχε εκπροσώπηση στη Βουλή αντίστοιχη με 300 περίπου ελεύθερους πολίτες.
Κείμενο: Μαρία Κασίμη - Σούτου

ΩΡΩΠΟΣ

Η ιστορία του Ωρωπού κατά την αρχαιότητα είναι δυνατό να σκιαγραφηθεί με βάση τα χωρία των αρχαίων συγγραφέων και πιο άμεσα με τις επιγραφές του Αμφιάραου, το οποίο λόγω της σπουδαιότητάς του αποτελούσε έως και την όψιμη εποχή σημείο αναφοράς για την ευρύτερη περιοχή. Ωστόσο, επιφανειακές αρχαιολογικές έρευνες έχουν αποκαλύψει ευρήματα ενδεικτικά της κατοίκησης της περιοχής από την προϊστορική κιόλας περίοδο. Οι έως τώρα έρευνες όμως ήταν περιορισμένης έκτασης και δεν έχουν, ακόμη τουλάχιστον, εστιαστεί στην εν λόγω περίοδο.
Η πρώτη ασφαλής ιστορική μνεία του Ωρωπού απαντά στον Ηρόδοτο. Ακολουθούν και άλλες στον Παυσανία, τον Θουκυδίδη, τον Αριστοτέλη και τον Στράβωνα. Οι τρεις τελευταίοι ταυτίζουν τον Ωρωπό με την ομηρική Γραία (Ιλ. Β. 498). Ο αρχαίος Ωρωπός (δήμος Γραής), στη θέση όπου σήμερα βρίσκεται η Σκάλα Ωρωπού, ήταν πιθανότατα το ορμητήριο της αποικίας των Γραίων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Κύμη της Καμπανίας. Η υπόθεση ότι οι πρώτοι Έλληνες με τους οποίους ήρθαν σε επαφή οι αυτόχθονες κάτοικοι της Ιταλίας ήταν οι Γραίοι, από τους οποίους προήλθε το εθνικό όνομα Gr eci με το οποίο είναι πλέον γνωστοί οι Έλληνες στη Δύση, ενδυναμώθηκε από τα αποτελέσματα των πρόσφατων αρχαιολογικών ανασκαφών στη Σκάλα Ωρωπού. Ο Ωρωπός (Γραία) συμμετείχε στον αποικισμό της Κύμης μαζί με την Ερέτρια και τη Χαλκίδα με πρωταρχικό σκοπό την εξεύρεση μετάλλων.
Η γεωγραφική θέση του Ωρωπού στα σύνορα Αττικής και Βοιωτίας και απέναντι από την Εύβοια, η οποία αποτελούσε το σιτοβολώνα των Αθηνών, τον κατέστησε επίμαχο αντικείμενο διεκδίκησης από τους Ερετριείς, τους Βοιωτούς και βέβαια τους Αθηναίους. Ακολούθως ο Ωρωπός διήγε σπάνιες και βραχύβιες περιόδους αυτονομίας.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΨΑΘΑ

Κατά την αρχαιότητα ο κόλπος της Ψάθας χρησίμευε ως λιμάνι και ονομαζόταν Πάνορμος. Μπορεί να συνδυάσει μπάνιο, φαγητό και ξεκούραση.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου

ΔΗΜΟΣ ΦΥΛΗΣ

Σε πολύ μικρή απόσταση από την Αθήνα, στις Ν.Δ. πλαγιές της Πάρνηθας βρίσκεται ο ιστορικός δήμος της Φυλής. Όποιος επισκέπτεται τον τόπο αυτό για πρώτη φορά έχει την αίσθηση πως βρίσκεται χιλιόμετρα μακριά από την πολύβουη πόλη.

Και πραγματικά η Φυλή περικλεισμένη από τα βουνά και απομονωμένη οπτικά από την τεράστια μεγαλούπολη δίνει στον επισκέπτη την εντύπωση πως βρίσκεται σε κάποιο μακρινό χωριό, πάνω σ' ένα ψηλό και πανέμορφο βουνό. Η ησυχία και το ειδυλλιακό τοπίο ξεκουράζουν τις αισθήσεις. Η καρδιά κι ο νους γαληνεύουν και ηρεμούν στο άκουσμα των πουλιών, στο αντίκρισμα του καταπράσινου τοπίου που στεφανώνει τη Φυλή από τα βορειοανατολικά και με τον καθαρό αέρα που πλημμυρίζει τις αισθήσεις με ξεχασμένες μυρωδιές της φύσης.

Η Φυλή είναι ένας από τους αρχαιότερους δήμους της Αττικής. Μάρτυρας της ιστορίας του τόπου στέκει το καλοδιατηρημένο αρχαίο φρούριο που βρίσκεται στα Ν.Δ. της Πάρνηθας σε υψόμετρο 850 μ. και σε απόσταση περίπου 11 χιλιομέτρων από τη σημερινή πόλη. Το φρούριο κατασκευάστηκε στο τέλος του 5 ου αι. π.Χ. σε ιδιαίτερα στρατηγική θέση, στο φυσικό πέρασμα που κατά την αρχαιότητα ήταν ο δρόμος που ένωνε τη Βοιωτία με την Αττική.

Ένας σημαντικός τόπος λατρευτικής σημασίας κατά την αρχαιότητα υπήρξε το σπήλαιο του Πανός, αποτελούμενο από δυο αίθουσες προορισμένες για τη λατρεία του Θεού Πάνα, προστάτη των βοσκών και των κοπαδιών.

Το σπήλαιο αυτό βρίσκεται σ' ένα δυσπρόσιτο αλλά και εντυπωσιακό μέρος πάνω από το φαράγγι της Γκούρας σε υψόμετρο 620 μέτρων . Για να κατέβει κανείς μέχρι την είσοδό του πρέπει να καταρριχηθεί μια πέτρινη πλάκα η οποία έχει υποδοχές φτιαγμένες από την αρχαιότητα.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου