Η Κάσος, σύμφωνα με μια εκδοχή, πήρε το όνομά της από τη φοινικική λέξη «ικάς» που σημαίνει αφρός. Όμως, μάλλον πρόκειται για προελληνική λέξη. Άλλες αρχαίες ονομασίες του νησιού είναι Άμφη, Αστράβη, Άχνη.
Όπως προκύπτει από τα αρχαιολογικά ευρήματα στο φυσικό λιμάνι Χέλαρτος τα οποία χρονολογούνται στον 16ο - 15ο αι. π. Χ., υπήρχε μόνιμη εγκατάσταση στην περιοχή με στενές επαφές με την Κρήτη.
Η Κάσος λοιπόν, κατοικείται από τη προϊστορική εποχή και ως πρώτοι κάτοικοι του νησιού αναφέρονται οι Φοίνικες. Από τα αρχαία χρόνια το νησί είχε αναπτύξει ναυτική και εμπορική δραστηριότητα, μια και κατείχε στρατηγική θέση, πάνω στον πολυσύχναστο θαλάσσιο δρόμο από τα βόρεια της Αφρικής προς τον Εύξεινο Πόντο, αποτελώντας ανέκαθεν σημαντικό ναυτικό σταθμούς για τα πλοία που ταξίδευαν από και προς την Αίγυπτο.
Η Κάσος έλαβε μέρος και στον Τρωικό πόλεμο. Αναφέρεται από τον Όμηρο στον κατάλογο των πλοίων που εξεστράτευσαν κατά της Τροίας (Ιλιάδα Β, στ. 678-680).
Η ζωή κατά τα μυκηναϊκά χρόνια φαίνεται ότι μεταφέρθηκε στο βόρειο τμήμα του νησιού. Το Πόλι υπήρξε οχυρή μυκηναϊκή ακρόπολη και το μοναδικό αστικό κέντρο του νησιού, στο οποίο διαπιστώθηκε συνεχής κατοίκηση σε όλη τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων έως και την Παλαιοχριστιανική περίοδο, επιβεβαιώνοντας και τη γραπτή μαρτυρία του Στράβωνα.
Στην κλασική περίοδο η Κάσος κατοικήθηκε από Δωριείς, κατακτήθηκε από τους Πέρσες κι αργότερα υπήρξε μέλος της Αθηναϊκής συμμαχίας και πήρε μέρος στον Πελοποννησιακό Πόλεμο.
Κατά την ρωμαϊκή περίοδο, ακολούθησε τη μοίρα των υπόλοιπων νησιών του Αιγαίου και περιήλθε στη ρωμαϊκή κυριαρχία και τότε μεταφέρθηκε η κατοίκηση του νησιού στον Εμπορειό.
Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους υπαγόταν στο Θέμα της Κρήτης.
Το 1207 περιήλθε στην κατοχή των Βενετών και παρέμεινε υπό την κυριαρχία τους έως το 1287 που καταλήφθηκε από τους Γενουάτες αδελφούς Μoresco. Στη συνέχεια, το 1306, οι Βενετοί την ανακατέλαβαν.
Την εποχή της Φραγκοκρατίας θα κυβερνηθεί από την οικογένεια των Κορνάρων και στη συνέχεια, το 1537, ο Τούρκος ναύαρχος Χαϊρεδίν Μπαρμπαρόσα θέτει τέρμα στη βενετική κυριαρχία.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας η Κάσος ανήκε στα προνομιούχα νησιά του Αρχιπελάγους του Αιγαίου και διέθετε δικό της σύστημα αυτοδιοίκησης με επικεφαλής το σώμα της Δημογεροντίας. Από τα μέσα του 18ου αιώνα ο στόλος του νησιού αναπτύσσεται και η Κάσος πρωταγωνιστεί στην ποντοπόρο ναυτιλία και εμπόριο. Οι Κάσιοι εξήγαγαν γύψο προς την Κωνσταντινούπολη.
Κατά την κήρυξη της επανάστασης του '21 να περιλαμβάνει περισσότερα από 80 πλοία. Καθοριστική ήταν η προσφορά του κασιώτικου στόλου στον αγώνα των Ελλήνων στη θάλασσα και ιδιαίτερα η βοήθεια που πρόσφερε στην επαναστατημένη Κρήτη, γι' αυτό και ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, αφού κατέστειλε την επανάσταση στην Κρήτη, στράφηκε κατά της Κάσου.
Ο ελληνικός στόλος δεν κατόρθωσε να βοηθήσει και μετά από ηρωική αντίσταση η Κάσος κατελήφθη στις 7 Ιουνίου 1824. Η ναυτική της δύναμη καταστράφηκε και χιλιάδες κάτοικοι σφαγιάστηκαν ή οδηγήθηκαν αιχμάλωτοι στην Αίγυπτο. Λίγα χρόνια μετά όμως οι Κασιώτες επέστρεψαν στο νησί.
Με την οριστικοποίηση των συνόρων του ελληνικού κράτους (πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830) η Κάσος έμεινε στην κυριαρχία των Οθωμανών, όμως ποτέ δεν αποκόπηκαν από τον κορμό του ελληνικού κράτους. Στις 12 Μάη του 1912 ξεκίνησε η μακρά περίοδος της Ιταλοκρατίας, όμως οι Κάσιοι δεν έμειναν απαθείς και συνεχώς, ιδίως αυτοί της διασποράς που είχαν μεταναστεύσει σε Αίγυπτο και Αμερική, συνέστησαν με άλλους δωδεκανήσιους οργανώσεις που είχαν σαν σκοπό την ένωσή τους με την Ελλάδα.
Την Ιταλοκρατία διαδέχθηκε η γερμανοκρατία το 1943 και η απελευθέρωση και ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος πραγματοποιήθηκε το 1948.
Γνώρισε πολλούς κατακτητές και καταστροφές όπως τα περισσότερα νησιά των Δωδεκανήσων. Ρωμαίοι, Βυζαντινοί και Ενετοί κυριάρχησαν κατά καιρούς στο νησί.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου