Ο προϊστορικός οικισμός του Δισπηλιού είναι ένας από τους αρχαιότερους λιμναίους οικισμούς που ανακαλύφθηκαν στην Ευρώπη και μας δίνει μια πλήρη εικόνα ενός πρώιμου πολιτισμού με θαυμαστά επιτεύγματα. Η πρώιμη φάση του χρονολογείται γύρω στο 5500 π.Χ. Οι κάτοικοι έμεναν σε καλύβες που έχτιζαν μέσα στη λίμνη, πάνω σε πασσαλόπηκτες πλατφόρμες. Τα 3.000 άτομα που ζούσαν εδώ ψάρευαν, κυνηγούσαν, καλλιεργούσαν τη γη, εξέτρεφαν κατοικίδια ζώα, κατασκεύαζαν εργαλεία και σκεύη, γνώριζαν τη γραφή και τη μουσική. Ανάμεσα στα σημαντικά ευρήματα του Δισπηλιού περιλαμβάνονται μια ξύλινη ενεπίγραφη πινακίδα, μια βάρκα από μονοκόμματο ξύλο και φλογέρες από κόκαλο πουλιού από τις αρχαιότερες στην Ευρώπη. Ο νεολιθικός οικισμός της Αυγής ιδρύθηκε πριν από 7500 χρόνια (5650 π.Χ.). Στη διάρκεια των περίπου 1000 χρόνων ζωής του αναπτύχθηκε σε επιφάνεια 50-60 στρεμμάτων και περιβαλλόταν από τάφρους. Οι ανασκαφές στην Αυγή, που μέχρι τον Οκτώβριο του 2008 πραγματοποιούνταν σε έκταση 2000 τ.μ. , φέρνουν στο φως ενδιαφέροντα στοιχεία για την οικιστική οργάνωση και τις τεχνικές δόμησης, την αγροτική παραγωγή, την επεξεργασία και αποθήκευση των γεωργικών προϊόντων, την προετοιμασία και παρασκευή των τροφών, τον εργαλειακό εξοπλισμό, την κόσμηση καθώς και στοιχεία της ταφικής πρακτικής και ιδεολογίας της νεολιθικής κοινωνίας.
Ο ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος αναφέρει ότι στη θέση που είναι σήμερα η Καστοριά, υπήρχε τον 5ο αιώνα π.Χ. πόλη με το όνομα Κήλητρον, ενώ τον 6ο π.Χ. αιώνα ο Προκόπιος ο Καισαρεύς αναφέρει ότι υπάρχει λίμνη Καστοριά στη Μακεδονία. Η ευρύτερη περιοχή ταυτίζεται με την αρχαία Ορεστίδα, όπου κατοικούσαν Ορέστες «Μακεδνοί», όπως αποκαλούνται από τον Ηρόδοτο. Η Ορεστίδα, παρά τα ελάχιστα ευρήματα που σώζονται, φαίνεται να είναι ένα σημαντικό αστικό κέντρο που συμμετείχε ενεργά στις εξελίξεις και τις αισθητικές αναζητήσεις της εποχής. Στους Ρωμαϊκούς χρόνους, κέντρο της περιοχής ήταν η πόλη Διοκλητιανούπολη, που ήταν κτισμένη στην περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα το Άργος Ορεστικό. Το όνομα της πόλης, η οποία ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό (284-305μ.Χ.), λεηλατήθηκε από τους Γότθους ή τους Οστρογότθους στο τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. Η περιοχή περνάει στα χέρια των Ρωμαίων το 197 π.Χ., κάτω από το καθεστώς μιας ιδιότυπης τοπικής αυτονομίας. Κατά την περίοδο που το Ρωμαϊκό κράτος χωρίστηκε (396 μ.Χ.), η περιοχή αποτέλεσε τμήμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους και αργότερα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Εξαιτίας της στρατηγικής της θέσης η πόλη πέρασε πολλές περιπέτειες και αποτέλεσε, την εποχή αυτή, μήλο της έριδος για πολλούς.
Το 550 μ.Χ. ο Ιουστινιανός τη μετονόμασε σε Ιουστινιανούπολη, και τη μετέτρεψε σε ισχυρό φρούριο, περιτειχίζοντάς την με διπλό κάστρο, υπολείμματα του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα. Από το 927 μέχρι το 969 μ.Χ. ήταν υπό την κατοχή των Βουλγάρων, που εκδιώχθηκαν από τους Πετσενέγγους με προτροπή των βυζαντινών. Το 990 μ.Χ. ο τσάρος των βουλγάρων, Σαμουήλ, κατά την επιδρομή του στον ελλαδικό χώρο κατέλαβε και την Καστοριά. Όταν απελευθερώθηκε το 1018 από τον Βασίλειο Β΄ τον Βουλγαροκτόνο, η πόλη έγινε ορμητήριο για τις επόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις του αυτοκράτορα. Από το 1082 μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης και την κατάληψη από τους Φράγκους, το 1204, καταλαμβάνεται από Νορμανδούς, Αλβανούς, Σταυροφόρους, Σέρβους και τέλος Τούρκους. Η κατάληψη της Καστοριάς από τους Τούρκους έγινε το 1385 και διήρκεσε, πέντε αιώνες, έως το 1912. Η θέση των κατακτημένων Καστοριανών βελτιώθηκε αισθητά, μετά το 1528, όταν η περιοχή έγινε «χάσι», δηλαδή ιδιοκτησία του Σουλτάνου. Από τον 17ο αιώνα οι γουναράδες εμπορεύονται έξω από τα σύνορα της οθωμανικής αυτοκρατορίας αποκτώντας πλούτο και κύρος.
Η Καστοριά ήταν η περιοχή από όπου πυροδοτήθηκε ο απελευθερωτικός Μακεδονικός Αγώνας (1904-1908). Η αντιστασιακή δράση εναντίον των Βουλγάρων οργανώθηκε εδώ, με πρωτεργάτη τον Παύλο Μελά που με το θάνατό του το 1904, πυροδότησε τις εξελίξεις, ευαισθητοποιώντας όλους τους Έλληνες. Η ημέρα της απελευθέρωσης από τους Τούρκους, Σέρβους και Βούλγαρους ήρθε την 11η Νοεμβρίου 1912, όταν ο επίλαρχος Ιωάννης Άρτης μπήκε νικητής στην πόλη. Οι κάτοικοι της περιοχής έδωσαν το παρόν τόσο στους Βαλκανικούς (1912-1913), όσο και στον Α΄(1914-1918) και Β΄ (1940-1945) Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949) βρέθηκε και πάλι στο κέντρο των εξελίξεων, αφού στα βουνά που την περιβάλλουν έλαβαν χώρα μερικές από τις πιο αποτρόπαιες σελίδες της ελληνικής ιστορίας.
Συντάκτης: Νίκη Καλοπαίδη