Οι γραπτές πηγές αναφέρουν την παρουσία ενός φρουρίου που εξυπηρετούσε την προστασία του πληθυσμού σε περίπτωση εχθρικής επιδρομής, ήδη από τον 7ο αι., κάτι που επιβεβαιώθηκε από την ανασκαφική έρευνα. Η πρωτοβυζαντινή αυτή οχύρωση περιέκλειε αρχικά ένα μόνο μέρος του οικισμού, το οποίο στην περίοδο της Ιπποτοκρατίας ονομάστηκε Κολλάκιο, αλλά στα τέλη του 11ου ή στη διάρκεια του 12ου αι. φαίνεται ότι τροποποιήθηκε για να περιλάβει και τον εκτός τειχών οικισμό. Μετά την έλευση των Ιωαννιτών Ιπποτών στο νησί, το 1309, οι οχυρώσεις της πόλης επεκτάθηκαν, η πόλη τετραπλασιάστηκε σε μέγεθος σε σχέση με τη βυζαντινή και αναπτύχθηκε σε μια ημικυκλική περιοχή έκτασης 800.000 τ.μ. γύρω από το κεντρικό λιμάνι. Η κατασκευή των νέων τειχών προσαρμόστηκε σταδιακά στις απαιτήσεις της εποχής, όπως είχαν διαμορφωθεί μετά τη γενικευμένη χρήση της πυρίτιδας και των πυροβόλων όπλων. Οι επισκευές και τροποποιητικές παρεμβάσεις στην ροδιακή οχύρωση στη διάρκεια της Ιπποτοκρατίας αποτελούν σαφείς μαρτυρίες της παραπάνω εξέλιξης.
Οι νέες οχυρώσεις όριζαν τρεις γραμμές άμυνας, με τελευταίο το φρουριακό συγκρότημα του Παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου. Μεταξύ αυτού και του περιμετρικού τείχους υπήρχε μια ενδιάμεση αμυντική γραμμή, ένα τείχος που διαιρούσε την πόλη σε δύο άνισα μέρη. Το βόρειο και μικρότερο τμήμα ονομαζόταν Κολλάκιο και προοριζόταν αποκλειστικά για τις δραστηριότητες των μελών του ιπποτικού τάγματος. Κύριος άξονάς του ήταν η οδός Ιπποτών, η οποία ξεκινούσε από το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου και κατέληγε στην εκκλησία της Παναγίας του Κάστρου, ενώ στις δύο πλευρές του υψώνονταν ορισμένα από τα σπουδαιότερα ιπποτικά κτίσματα, ο Άγιος Ιωάννης του Κολλακίου, τα Καταλύματα των Γλωσσών, το παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδας, το Νοσοκομείο και οι οικίες των αξιωματούχων του τάγματος. Ο υπόλοιπος πληθυσμός κατοικούσε στο Μπούργκο. Την περιοχή αυτή διέσχιζε ο φαρδύς δρόμος της Αγοράς που κατέληγε σε δύο πολύ σημαντικά κτήρια της εποχής, την Παναγία του Μπούργκου και τον Ξενώνα της Αγίας Αικατερίνης.
Το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου αποτελεί το σημαντικότερο ίσως μνημείο της Ιπποτοκρατίας. Κατά τη διάρκεια της ιταλικής αναστήλωσης, κατά τη δεκαετία του 1930, το κτήριο έλαβε τη σημερινή του διαρρύθμιση, αποτελώντας το διοικητήριο, αλλά και την κατοικία του Ιταλού διοικητή. Στις αίθουσες του ορόφου ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τα ψηφιδωτά δάπεδα που μεταφέρθηκαν από τους Ιταλούς, κυρίως από κοσμικά και εκκλησιαστικά κτήρια της Κω, με σκοπό να διακοσμήσουν το Παλάτι.
Συντάκτης: Νίκη Καλοπαίδη