Η νήσος Ίκος (η σημερινή Αλόννησος) ήταν γνωστή στην αρχαιότητα για την αμπελοκαλλιέργεια και για την οινοπαραγωγή της, όπως και οι γειτονικές της νήσοι Σκιάθος (που διατήρησε το αρχαίο της όνομα) και Πεπάρηθος (η σημερινή Σκόπελος). Μάλιστα η τελευταία κατείχε τα σκήπτρα αυτής της δραστηριότητας στην περιοχή των Βορείων Σποράδων, όπως τουλάχιστον αποδεικνύουν πολλά αρχαία λογοτεχνικά κείμενα, από τα οποία αντλούμε και μια σπουδαία πληροφορία για την ύπαρξη εξαγωγικού εμπορίου οίνου προς τον Εύξεινο Πόντο από ορισμένες πόλεις και νήσους συμμάχους των Αθηνών, ανάμεσα στις οποίες μνημονεύεται και η Πεπάρηθος.
Ωστόσο, σύμφωνα με αρχαιολογικές κυρίως ενδείξεις, φαίνεται ότι και η Ίκος συμμετείχε ενεργά σε αυτή τη δραστηριότητα της εξαγωγής οίνου, τόσο προς τις αρχαίες πόλεις του Ευξείνου Πόντου όσο και προς άλλες περιοχές του αρχαίου κόσμου. Η μόνη γραπτή μαρτυρία που μας κάνει γνωστή την ύπαρξη εκτεταμένης αμπελοκαλλιέργειας στην Ίκο, ανήκει στην όψιμη αρχαιότητα (τέλος 2ου -αρχές 3ου αιώνα μ.Χ.) και διασώζεται από το Φιλόστρατο στο έργο του Ηρωικός (8, 9-10). Ο συγγραφέας αυτός παραθέτει μια διήγηση για τον Ύμναιο, έναν Πεπαρήθιο αμπελουργό, που κατείχε μόνος του ολόκληρη τη νήσο Ίκο, όπου καλλιεργούσε αμπέλια.
Καθώς έσκαβε, λοιπόν, ο Ύμναιος στο αμπέλι του βρήκε έναν αρχαιότερο τάφο, μέσα στον οποίο κείτονταν «δωδεκάπηχυς νεκρός» που στο κρανίο του φώλιαζε ένα φίδι...
Η πληροφορία του Φιλόστρατου, αν και έμμεση, τονίζει ακριβώς τη σημασία της Ίκου για την αμπελοκαλλιέργεια. Ακόμη και την εποχή εκείνη, που φαίνεται ότι δεν υπήρχαν στο νησί οργανωμένες πόλεις, που ίσως την είχαν εγκαταλείψει οι κάτοικοι της, εξακολουθούσε να αποτελεί τόπο παραγωγής σταφυλιών και προφανώς οίνου, έστω και αν τη δραστηριότητα αυτή την ασκούσε κάποιος ξένος.
Τα αρχαιολογικά στοιχεία όμως είναι σαφέστερα σε ότι αφορά την κατασκευή αμφορέων για την εξαγωγή οίνου από την Ίκο.
Σημαντικά αρχαιολογικά δεδομένα προκύπτουν στις παραθαλάσσιες θέσεις «Τσουκαλιά», «Καλαμάκι» και «Βαμβακιές» όπου αποκαλύφθηκαν εργαστήρια κατασκευής αμφορέων, τους οποίους γέμιζαν με ντόπιο κρασί και τους φόρτωναν σε εμπορικά πλοία. Στο όρμο «Τσουκαλιά» ιδιαιτέρως, είναι εντυπωσιακό το θέαμα των διάσπαρτων αμφορέων και των ενσφράγιστων λαβών με την ένδειξη «ΙΚΙΟΝ» ( άλλωστε, αυτά τα σφραγίσματα αποτέλεσαν το πιο σημαντικό στοιχείο για την ταύτιση του αρχαίου ονόματος της νήσου),
που μαρτυρούν χώρο οινοπαραγωγικής δραστηριότητας και κατασκευής αμφορέων που προορίζονταν για την εξαγωγή του τοπικού οίνου. Ο όρμος Τσουκαλιά βρίσκεται στη ΝΔ πλευρά του νησιού και αποτελεί μια μορφή φυσικού λιμανιού το οποίο θα μπορούσε να χρησιμεύει για την προσέγγιση των πλοίων και την απευθείας φόρτωση των αμφορέων.
Ο χώρος της οινοπαραγωγικής δραστηριότητας σώζεται σε άριστη κατάσταση, ενώ τα διάσπαρτα σπασμένα κομμάτια αγγείων, σηματοδοτούν την ύπαρξη εκτεταμένων εργαστηρίων κατασκευής αμφορέων, που προορίζονταν για την εξαγωγή του τοπικού κρασιού. Ο όγκος αυτός των σπασμένων αμφορέων προέρχεται από τους «αποθέτες» του εργαστηρίου, δηλαδή τους χώρους απόρριψης των αποτυχημένων προϊόντων, εκείνων που στη διάρκεια της κατασκευής ή του ψησίματος τους στον κλίβανο παρουσίασαν κάποιο ελάττωμα που τα έκανε ακατάλληλα για χρήση. Αυτό το πλήθος των αποτυχημένων αμφορέων μάς δίνει μια μικρή μόνο ιδέα της τεράστιας παραγωγής που θα προερχόταν από το εργαστήριο αυτό, ένα από τα πολλά που θα υπήρχαν στην αρχαία Ίκο.
Παράλληλα, υπολείμματα τοίχων και κατασκευών, καθώς και μάζες καμένου πηλού, αποτελούν σοβαρή ένδειξη ότι στον ίδιο χώρο υπήρχαν και οι υπόλοιπες εγκαταστάσεις του εργαστηρίου, καθώς επίσης και οι κεραμικοί κλίβανοι.
Τα αγγεία που βρίσκονται διάσπαρτα στον όρμο «Τσουκαλιά» χρονολογούνται κατά κύριο λόγο στον 4ο αιώνα π. Χ. και αποτελούν μια από τα αρχαιότερες εγκαταστάσεις αυτού του είδους στο Βόρειο Αιγαίο. Το αγγειοπλαστείο αμφορέων στον όρμο «Τσουκαλιά» συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερα διατηρημένων εργαστηρίων οινοπαραγωγικής δραστηριότητας και κατασκευής τοπικών αμφορέων
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου