Βρισκόμαστε στο τελευταίο τέταρτο του 5ου π. X αιώνα, μια ταραγμένη περίοδο κατά την οποία ο Κλασσικός Πολιτισμός υφίσταται μεγάλες αλλαγές.
Η Αθήνα του Περικλή, ύστερα από 27 έτη πόλεμο με την Σπάρτη, τελικά ηττάται, όμως, παρ' όλη την ήττα της, εξακολουθεί να ηγείται του κλασικού κόσμου, όχι μόνο στις τέχνες αλλά και στην οικονομία. Η Αθήνα ήταν η κυρίαρχος ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο και το εμπόριο της εξαπλωνόταν μέχρι τη Ρωσία και τη Μαύρη θάλασσα, όπου εξήγαγε μερικά από τα κομψότερα κεραμικά σκεύη καθημερινής χρήσης.
Ένα τεκμήριο αυτής της εμπορικής υπερδύναμης ανακαλύφθηκε πρόσφατα στο βυθό της μικρής νησίδας της Περιστέρας Αλοννήσου, με τον εντοπισμό ενός κλασικού εμπορικού πλοίου, πολύ μεγαλύτερου από αυτά που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα. Το πλοίο κείτονταν μεγαλόπρεπα σε βάθος 30 μέτρων και το φορτίο του φαινόταν αδιατάραχτο σαν κάποιος να το είχε ακουμπήσει προσεχτικά στο βυθό της θάλασσας. Ο χρόνος και τα θαλάσσια ρεύματα δεν το επηρέασαν παρά ελάχιστα. Αντίθετα το κάλυψαν με άμμο και διαφύλαξαν το μυστικό του για 2.500 περίπου χρόνια
Το πλοίο βυθίστηκε μεταξύ του 425 και 415 π. Χ. και μετέφερε εμπόρευμα κρασιού από τις οινοπαραγωγικές περιοχές της Βόρειας Ελλάδος, όπως η Μένδη στη Χαλκιδική και τα νησιά των Σποράδων, Σκόπελος και Αλόννησος.
Από την αρχαιολογική έρευνα, τα ευρήματα που προέκυψαν υπήρξαν πολλαπλά και μοναδικά!.. Το βυθισμένο πλοίο είχε μήκος περίπου 30 μ.. πλάτος 10 μ. και επιφανειακά μετρήθηκαν 1.000 εμπορικοί αμφορείς οίνου. Μετά την αφαίρεση της επιφανειακής στρώσης των αμφορέων, ακολούθησε και δεύτερη και τρίτη στρώση. Στο τελευταίο στρώμα βρέθηκε και ανελκύστηκε μεγάλη ποσότητα μελαμβαφούς κεραμικής, όπως κύλικες με εμπίεστες και εγχάρακτες διακοσμήσεις, επιτραπέζια πινάκια, αγγεία πόσεως οίνου, λυχνάρια, χάλκινα σκεύη και πολλά άλλα θραύσματα αγγείων καθημερινής χρήσης. Πρόκειται για σκεύη συμποσίου και διατηρούνται σε άριστη κατάσταση, σχεδόν όπως πριν από 2.500 χρόνια. Η θαυμάσια τεχνική και το στιλπνό μαύρο χρώμα τους φανέρωνε την αθηναϊκή τους ταυτότητα. Η ανασκαφή σταμάτησε στο επίπεδο του έρματος του πλοίου και ενώ είχαν εντοπισθεί τα πρώτα μαδέρια του ξύλινου σκαριού της με την προοπτική να συνεχισθεί και τα επόμενα έτη.
Με το εύρημα αυτό αναθεωρούνται οι προηγούμενες απόψεις σχετικά με την αρχαία ναυπηγική. Η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου ναυαγίου έγκειται στο μέγεθος του, το οποίο είναι σχεδόν διπλάσιο από αυτό των μέχρι σήμερα γνωστών φορτηγίδων. Τα πλοία της ίδιας περιόδου που έχουν ανασκαφεί στην Ιταλία, την Κύπρο και το Ισραήλ δεν ξεπερνούν τα 15-16,5μ. και δεν μετέφεραν φορτίο άνω των 75 τόνων. Αυτό οδήγησε τους μελετητές πλοίων να συμπεράνουν ότι οι μεγάλες φορτηγίδες ήταν άγνωστες στους αρχαίους Έλληνες και ότι ναυπηγήθηκαν μόνο από τους Ρωμαίους 300 χρόνια αργότερα.
Το πλοίο αυτό μετέφερε πάνω από 4.000 αμφορείς και είχε εκτόπισμα άνω των 120 τόνων.
Το πλοίο της Περιστέρας αποκάλυψε ότι εδώ έχουμε μια διαφορετική μέθοδο ναυπηγικής, άγνωστη μέχρι σήμερα, την οποία γνώριζαν οι Αθηναίοι ήδη οπό τους κλασικούς χρόνους και που υιοθετήθηκε πολύ αργότερα από τους Ρωμαίους.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου