Η ακρόπολη της αρχαίας Κύρρου και η οχυρωμένη πόλη της πρωτοβυζαντινής εποχής βρίσκονται νότια της Αραβυσσού, στη θέση του χωριού «Παλαιόκαστρο" που εγκαταλείφθηκε το 1927.
Η Κύρρος αναφέρεται ως πόλη ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. (Θουκυδίδης, 11, 100, 4).
Η πόλη άκμασε ιδιαίτερα κατά τα ελληνιστικά χρόνια και συγκαταλέγεται ανάμεσα στις μεγάλες πόλεις της ΚάτωΜακεδονίας, όπως η Βέροια, η Μίεζα, η Eδεσσα, η Σκύδρα, η Πέλλα και ο Ευρωπός.
Η Εγνατία Οδός περνούσε σε απόσταση 3χλμ. περίπου νότια από την αρχαία πόλη. Εκεί υπήρχαν σταυροδρόμι και σταθμός για την αλλαγή των αλόγων. Ο σταθμός στην περιοχή νότια και νοτιοδυτικά της πόλης στη θέση «Κάτω Βούδριστες" έχει κατά ένα μέρος ανασκαφεί πρόσφατα.
Στην ακρόπολη της Αρχαίας Κύρρου βρέθηκε μία μαρμάρινη ενεπίγραφη στήλη, η οποία φέρει ψήφισμα, που αφορούσε μεταξύ των άλλων στον έλεγχο παράνομων οικοδομημάτων σε δημόσια οικόπεδα στην πόλη και σε σημαντικά έργα και μετατροπές στην Αγορά. Η στήλη ξαναχρησιμοποιήθηκε σε αναλημματικό τοίχο του ιερού της Αθηνάς.
Σε μικρή απόσταση νοτιοδυτικά της ακρόπολης υπάρχει σημαντική προϊστορική τούμπα, η οποία κατοικούνταν κατά τη Νεότερη Νεολιθική Περίοδο και την εποχή του Χαλκού (5η-2η χιλιετία π.Χ.). Μεταξύ της ακρόπολης και της τούμπας υπάρχουν ερείπια παλαιοχριστιανικής γέφυρας, κτισμένης με αρχαίο οικοδομικό υλικό και κουρασάνι, κάτω από την οποία περνούσε χείμαρρος. . Από τάφους του νεκροταφείου της Νεότερης Νεολιθικής Περιόδου (τέλη 4ης χιλιετίας) της τούμπας προέρχονται χρυσά επιστόμια και άλλα κτερίσματα, τα οποία βρίσκονται στο Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στους νότιους πρόποδες του Πάικου, βορειοδυτικά της Κύρρου, στη θέση «Καλούπια", στα 300μ. Υψόμετρο υπάρχει εκτεταμένο υπαίθριο λατομείο πολύ καλής ποιότητας γκρίζου σκληρού ασβεστόλιθου. Οι λιθόπλινθοι από εκεί χρησιμοποιήθηκαν στα κτίρια της αρχαίας Πέλλας (ανάκτορο, αγορά, ιερά, σπίτια) και της αρχαίας Κύρρου (π.χ. στο τείχος). Στην πλαγιά υπάρχουν οι δρόμοι που χρησιμοποιούνταν για τη «λιθαγωγίαν", τη μεταφορά των όγκων-δόμων. Η εξόρυξη του υλικού πιθανότατα άρχισε από τα κλασικά χρόνια.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου