ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ | Ημαθία | Μακεδονία | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ | Ημαθία | Μακεδονία | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ | Ημαθία | Μακεδονία | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ | Ημαθία | Μακεδονία | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ | Ημαθία | Μακεδονία | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ | Ημαθία | Μακεδονία | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ | Ημαθία | Μακεδονία | Golden Greece

Ημαθία

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΙΕΖΑΣ

Στην επαρχία Νάουσας του Νομού Ημαθίας, στην εύφορη πεδιάδα στους πρόποδες του όρους Βερμίου αποκαλύπτεται σταδιακά τις τελευταίες δεκαετίες μία σπουδαία μακεδονική πόλη, η αρχαία Μίεζα.
Η Μίεζα ήταν πόλη της Βοττιαίας (έτσι ονομαζόταν η περιοχή της αρχαίας Μακεδονίας στα βόρεια και βορειοδυτικά του Θερμαϊκού κόλπου) την οποία αρχικά κατοικούσε το θρακικό προελληνικό φύλο των Βοττιαίων. Κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, με την άφιξη των Μακεδόνων, οι παλαιοί κάτοικοι μετανάστευσαν σε τμήμα της δυτικής Χαλκιδικής που ονομάστηκε Βοττία.
Αν και είναι επιβεβαιωμένη η ύπαρξη οικισμών από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, η περιοχή γνωρίζει τη μεγαλύτερη της ακμή στους ελληνιστικούς χρόνους. Τα διάσπαρτα αρχαιολογικά κατάλοιπα από την ευρύτερη περιοχή της Μίεζας φανερώνουν μία δυναμική μακεδονική πόλη, που αναπτύσσεται ιδιαίτερα στους χρόνους των Μακεδόνων βασιλέων, αλλά συνεχίζει να ευημερεί και στους μετέπειτα αιώνες.
Ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας Μίεζας εκτείνεται κυρίως μεταξύ Χαρίεσσας, Κοπανού και Λευκαδίων και περιλαμβάνει τα αρχιτεκτονικά λείψανα της αρχαίας πόλης και τις νεκροπόλεις της. Τα πιο γνωστά στο ευρύ κοινό και τα καλύτερα διατηρημένα μνημεία της είναι οι λαμπροί μακεδονικοί τάφοι των Λευκαδίων και το θέατρο.
Σε μικρή απόσταση από το θέατρο εντοπίστηκε η Αγορά της αρχαίας πόλης της Μίεζας.
Ενώ ήδη έχουν έρθει στο φως κατάλοιπα στωϊκών και άλλων κτιρίων από το δημόσιο κέντρο της αρχαίας Μίεζας, η οποία παρουσίασε ιδιαίτερη ανάπτυξη μέσα στον 4ο αι. π.Χ.
Συγκεκριμένα, από έναν τοίχο με συμφυείς ημικίονες στην πρόσοψή του κι ο οποίος πιθανόν ανήκε σε μεγάλο δημόσιο κτίριο, ξεκινάει προς τα δυτικά ένα κεκλιμένο επίπεδο, που οδηγεί σε μία στοά με δωρική κιονοστοιχία και τετράγωνα δωμάτια, δύο από τα οποία ήταν στρωμένα με βοτσαλωτά δάπεδα. Βόρεια του στεγασμένου χώρου των ημικιόνων ανασκάφηκε μικρό ναόσχημο οικοδόμημα (στενός πρόδομος, κυρίως χώρος και είσοδος στα ανατολικά).
Πιθανόν κάποια από τα κτίρια που τα θεμέλιά τους ή και αρχιτεκτονικά τους λείψανα έχουν έρθει στο φως να έχουν θρησκευτικό χαρακτήρα (να πρόκειται δηλαδή για ιερά) και κάποια άλλα, κυρίως στον ανατολικό τομέα της ανασκαφής, να σχετίζονται με εμπορικές ή πολιτικές δραστηριότητες της πόλης.
Στην περιοχή της αρχαίας Μίεζας εντάσσονται οι μεγάλοι μακεδονικοί τάφοι των Λευκαδίων, ο χώρος του Νυμφαίου κοντά στη Νάουσα, που ταυτίζεται με τη Σχολή του Αριστοτέλους.
Επίσης, έχουν ερευνηθεί οργανωμένα νεκροταφεία, όπως στη θέση Ρουντίνα και στη θέση Καμάρα, όπου αποκαλύφτηκαν τάφοι που χρονολογούνται από τον 6ο ως τον 4ο αι. π.Χ.
Αξιόλογα είναι επίσης τα λείψανα δύο πολυτελών κατοικιών στις θέσεις Καμάρα και Μπαλτανέτο αντίστοιχα (υστεροελληνιστικοί-ρωμαϊκοί χρόνοι).
Στην τοποθεσία "Τσιφλίκι", όπως ονομάζεται ο λόφος που υψώνεται νότια του χωριού Λευκάδια υπάρχουν εκτεταμένα λείψανα των ύστερων ρωμαϊκών και των παλαιοχριστιανικών χρόνων, που μαρτυρούν ότι η ζωή στην ευρύτερη περιοχή της Μίεζας συνεχίζεται ακμαία μέχρι και τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες.
Το 2010, στην περιοχή που τοποθετείται η αρχαία αγορά, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως θησαυρό αρχαίων νομισμάτων που χρονολογούνται στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Τα ασημένια νομίσματα που ανακαλύφθηκαν στην πλειονότητά τους προέρχονται από νομισματοκοπεία της Μικράς Ασίας και πιστεύεται ότι τα έφερε στην Αρχαία Μίεζα ένας πολεμιστής που συμμετείχε στην εκστρατεία του Μακεδόνα στρατηλάτη.
Τα νομίσματα βρέθηκαν κρυμμένα στα θεμέλια εστιατορίου της αρχαίας αγοράς η οποία (καθώς σιγά-σιγά αποκαλύπτονται όλο και περισσότερα κατάλοιπα οικοδομημάτων) φαίνεται ότι ήταν αρκετά εκτεταμένη ενώ οι αρχαιολόγοι εκτιμούν ότι πρέπει να λειτουργούσε από τα μέσα του 4ου π. Χ έως το πρώτο τέταρτο του 3ου π.Χ αιώνα.

Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου