Στον προϊστορικός οικισμό των Λιμεναρίων Θάσου, κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν επιχώσεις του τέλους της Μέσης και των αρχών της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου στο νοτιοδυτικό τμήμα της εγκατάστασης καθώς και αρχιτεκτονικά λείψανα της Εποχής του Χαλκού στην κορυφή καθώς και στην ανατολική πλευρά του λόφου. Η πρώτη κατοίκηση στη θέση τοποθετείται λίγο πριν τα μέσα της 6ης χιλιετίας π. Χ., ενώ τα νεότερα αρχαιολογικά στρώματα χρονολογούνται στην 2η χιλιετία π.Χ.. Τα Λιμενάρια αποτελούν έναν από τους ευρύτερα ανασκαμμένους προϊστορικούς οικισμούς του βορειοελλαδικού χώρου, όπου η αρχαιο-γεωμορφολογική έρευνα έχει συμπληρώσει σε αξιόλογο βαθμό την γνώση μας για την αρχική εγκατάσταση και την εξέλιξή της στο χώρο.
Η προϊστορική θέση εντοπίστηκε στο νοτιοδυτικό άκρο ενός πλατώματος που αντιστοιχεί σε τμήμα ταράτσας του Μέσου ή Ανώτερου Πλειστόκαινου, στις υπώρειες των λόφων που πλαισιώνουν την κοιλάδα των Λιμεναρίων-Καλυβίων από τα ανατολικά. Ο οικισμός αναπτύσσεται πάνω στο ύψωμα, με οριζόντια μετατόπιση της εγκατάστασης. Η οποία στη Νεολιθικής περίοδο εντοπίζεται στα δυτικά πρανή, ενώ στην Εποχή του Χαλκού μετατοπίστηκε στην κορυφή του λόφου και τα ανατολικά πρανή. Διαπιστώθηκαν περιοδικά μεγάλης κλίμακας εργασίες διαμόρφωσης με ισοπεδώσεις ή επιχωματώσεις τμημάτων του κατοικούμενου χώρου και την κατασκευή ταρατσών με λίθινους αναληματικούς τοίχους. Στην περιφέρεια του νεολιθικού οικισμού εντοπίστηκαν ορύγματα που λειτούργησαν ως λάκκοι απορριμμάτων.
Στα στρώματα της προχωρημένης Πρώιμης Εποχής του Χαλκού εντοπίστηκαν δύο λιθόκτιστοι τοίχοι, πιθανόν της ίδιας οικιστικής φάσης, στα όρια ακριβώς του φυσικού εδάφους. Ο τρόπος δόμησης τους, αργολιθοδομή με μοναδικό συνδετικό υλικό τη λάσπη, υπενθυμίζει την τοιχοδομία του τέλους της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού όπως τη γνωρίζουμε από τον ίδιο οικισμό.
Εξωτερικά του βορειότερου από τους τοίχους εντοπίστηκε θερμαντική κατασκευή με δάπεδο από πηλό, της οποίας τα τρία διαδοχικά υποστρώματα εμφανίζουν εξαιρετική κατάσταση διατήρησης. Το ανώτερο απαρτίζεται από όστρακα μεγάλων αγγείων, το μεσαίο από βότσαλα και το κατώτερο από πλακαρές πέτρες.
Λιγοστά ήταν τα κινητά ευρήματα της ανασκαφής: αλιευτικά βάρη, θραύσματα λίθινων πελέκεων, μερικές λίθινες χάντρες, σφοντύλια και ένα πήλινο ειδώλιο. Ωστόσο, σημαντική ποσοτικά και ποιοτικά είναι η κεραμική, με υψηλό ποσοστό της διακοσμημένης με εγχάρακτα και εμπίεστα μοτίβα. Αυτή η κατηγορία κεραμεικής είναι πολύ διαδεδομένη στην Ανατολική Μακεδονία κατά το πρώτο μισό της 3ης χιλιετίας π. Χ.
Το σημαντικότερο εύρημα αποτελεί ο εντοπισμός αντικειμένων που σχετίζονται με την κατεργασία των μετάλλων, όπως μία τυπική ημισφαιρική χοάνη με ίχνη σκωριών. Το εύρημα έρχεται να προστεθεί σε αρκετά ως τώρα από τις φάσεις της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, με τα οποία πιστοποιείται η επιτόπια επεξεργασία του ορείχαλκου αλλά και του αργύρου.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου