Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σημαντικό αρχαιολογικό χώρο, ο οποίος βρίσκεται στην Καρδάμαινα, η οποία ταυτίζεται με την αρχαία πόλη Αλάσαρνα της Κω. Η κατοίκηση στην περιοχή ξεκινά τους νεολιθικούς χρόνους, όπως φάνηκε από τα αρχαιολογικά ευρήματα και συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι και τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες (κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο μέχρι και τον 5ο αι. μ. Χ. ). Από τις ανασκαφές και την επιφανειακή έρευνα ήρθαν στο φως μνημειακά κτήρια, πολυάριθμες επιγραφές, κεραμική και άλλα ευρήματα.
Τα ευρήματα της αρχαϊκής και κλασικής περιόδου καταδεικνύουν ότι στο χώρο της σημερινής Καρδάμαινας υπήρχε όχι μόνο κατοίκηση αλλά και ζωηρή, εκτεταμένη, εμπορική δραστηριότητα, αφού προϊόντα από τη μακρινή για την εποχή εκείνη Αθήνα και την Κόρινθο έφθαναν στην αρχαία Αλάσαρνα. Αυτή την περίοδο χρονολογείται και το ιερό του Απόλλωνα και Ηρακλή του αρχαίου δήμου των Αλασαρνιτών. Το ιερό βρίσκεται κάτω από το λόφο Θόλος, την Ακρόπολη της αρχαίας Αλάσαρνας, και πολύ κοντά στο ελληνιστικό ή ρωμαϊκό θέατρο και στη βασιλική της Αγίας Θεότητας του 5ου αι. μ.Χ. Η ακμή συνεχίστηκε κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ ακόμα και στην παλαιοχριστιανική περίοδο η Αλάσαρνα συνεχίζει να ακμάζει.
Σημαντικότερα ευρήματα είναι: α) το κτίριο Γ, ναός δωρικού ρυθμού, απλός εν παραστάσι, των αρχών του 3ου αιώνα π.Χ. β) το μνημειακό κτίριο Α, ναός ή άλλο δημόσιο οικοδόμημα από τα τέλη του 2ου και τις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ. γ) δωρική αραιόστυλη, ίσως ξύλινη, στοά στη βόρεια πλευρά του κτιρίου Α, πιθανόν του 1ου αι. π.Χ. δ) το κτίριο Β στα ανατολικά του κτιρίου Α και σύγχρονο με αυτό, ίσως βωμός, ή τμήμα του Α ε) τμήματα τριών μνημειακών κτιρίων: Δ, Ε, Ζ, των ελληνιστικών χρόνων, στ) εκτεταμένο τμήμα σπουδαίου παλαιοχριστιανικού οικισμού με οικίες, εργαστηριακούς χώρους, πλατείες και οδούς σε δύο φάσεις: Ι) γύρω στο 400 -554 μ.Χ. και ΙΙ) 554-7ος αι. μ.Χ. ζ) ταφικό κτίριο του 6ου-7ου αιώνα μ.Χ. Από επιγραφικά και ανασκαφικά στοιχεία προκύπτει ότι η αρχαία Αλάσαρνα τουλάχιστον κατά τον 2ο αιώνα π.Χ. αποτελούσε ένα σημαντικό αστικό κέντρο με χίλιους πολίτες, ενώ οι κάτοικοι ήταν πολύ περισσότεροι αν προστεθούν οι δούλοι και οι πάροικοι.
Αδιάψευστοι μάρτυρες της διαχρονικής σημασίας του συγκεκριμένου δήμου αποτελούν το σημαντικό ιερό του Απόλλωνα Πυθαίου ή Πυθαέως, ο εκτεταμένος παλαιοχριστιανικός οικισμός (από τους ελάχιστους γνωστούς στον ελλαδικό χώρο), καθώς και οι τέσσερις παλαιοχριστιανικές βασιλικές που έχουν έως τώρα έρθει στο φως.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου