Το μουσείο έχει έκταση 6.000 τετραγωνικά μέτρα και βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του αρχαιολογικού χώρου, σε άμεση γειτνίαση με το σύγχρονο οικισμό.
Το κτίριο είναι προσαρμοσμένο στη μορφολογία του εδάφους και έχει δημιουργηθεί με λιτές γραμμές. "Θέλαμε η παρουσία του μουσείου στον αρχαιολογικό χώρο να είναι διακριτική. Γι' αυτό το λόγο, το κτίριο είναι βυθισμένο στο έδαφος και φαίνεται σαν να αναδύεται απ' αυτό ως ένα ακόμα εύρημα", τόνισε η κ. Λιλιμπάκη- Ακαμάτη.
"Πρωταγωνιστικό" ρόλο στο κτίριο διαδραματίζει το ορθογώνιο αίθριο, που παραπέμπει στην κεντρική περίστυλη αυλή των οικιών της Πέλλας. Το αίθριο εξυπηρετεί ακόμα μία επιδίωξη: της εισαγωγής και πλήρους αξιοποίησης του φυσικού φωτός, που αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο τα εκθέματα. Στο αίθριο παρουσιάζονται τα ογκώδη εκθέματα του μουσείου: αρχιτεκτονικά μέλη, γλυπτά, επιτύμβιες και αναθηματικές στήλες.
Για το εξωτερικό και εσωτερικό του κτιρίου, αλλά και για την οργάνωση της έκθεσης έχει υιοθετηθεί η ίδια χρωματική κλίμακα (συνδυασμός άσπρου- μαύρου), προκειμένου να μη διασπάται η αρμονία και να επιτυγχάνεται η προσήλωση του θεατή στα εκθέματα.
Η έκθεση αναπτύσσεται σε χώρο 2.500 τετραγωνικών μέτρων και διαρθρώνεται σε πέντε θεματικές ενότητες, που δεν διαχωρίζονται η μία από την άλλη σε κλειστές αίθουσες. Για τη μετάβαση από τη μία ενότητα στην άλλη, ο επισκέπτης ακολουθεί ανοδική πορεία, που παραπέμπει στην περιήγησή του στον αρχαιολογικό χώρο και βοηθά στο να έχει πλήρη εποπτικότητα του εκθεσιακού χώρου.
Τον επισκέπτη υποδέχεται στον εκθεσιακό χώρο η μαρμάρινη κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου (εύρημα από την περιοχή των Γιαννιτσών), ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πέλλα.
Η πρώτη θεματική ενότητα αναφέρεται στην καθημερινή ζωή των κατοίκων. Εδώ, ξεχωρίζουν τα ψηφιδωτά δάπεδα των οικιών του Διονύσου και της Ελένης, αλλά και η αποκατεστημένη διακόσμηση τοίχου της αίθουσας συμποσίων της οικίας των Κονιαμάτων.
Στη δεύτερη θεματική ενότητα παρουσιάζεται η δημόσια ζωή στην Πέλλα και δίνεται βαρύτητα στους τομείς του εμπορίου και της διοίκησης. Εδώ, τα ευρήματα προέρχονται κυρίως από την Αγορά. Σαφή εικόνα της παραγωγικής διαδικασίας δίνει το αποκατεστημένο εργαστήριο κεραμικής με τα ευρήματα, όπως βρέθηκαν στην ανασκαφή.
Η θρησκεία κυριαρχεί στην τρίτη θεματική ενότητα, όπου παρουσιάζονται ευρήματα από τα ιερά της Πέλλας. Στην ενότητα αυτή κυριαρχούν δύο ψηφιδωτά, που κοσμούσαν τα δάπεδα κτιρίων της περιοχής του ιερού του Δάρρωνα.
Η τέταρτη θεματική ενότητα είναι αυτή των νεκροταφείων, όπου εκτίθενται κτερίσματα των νεκροταφείων της Πέλλας. Η ενότητα αυτή είναι η μόνη αποκλεισμένη από τις υπόλοιπες, λόγω της ιδιαίτερης θεματολογίας της.
Μέσα από έναν ανηφορικό διάδρομο ο επισκέπτης καταλήγει στην τελευταία ενότητα, την αίθουσα του ανακτόρου. Από εδώ έχει οπτική επαφή τόσο με τις προηγούμενες εκθεσιακές ενότητες, όσο και με τον αρχαιολογικό χώρο. Στην ενότητα αυτή παρέχονται στοιχεία για τη μορφή και τη λειτουργία του ανακτορικού συγκροτήματος, καθώς και για την προσωπικότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Τέλος, επάνω από την έκθεση του ισογείου βρίσκεται εξώστης, απ' όπου ο θεατής έχει τη δυνατότητα της πανοραμικής επαφής με τα εκθέματα. Ο εξώστης θα διαμορφωθεί μελλοντικά ως χώρος περιοδικών εκθέσεων.
Ο εκθεσιακός χώρος συμπληρώνεται με αίθουσες προβολής βίντεο και πολλαπλών χρήσεων, πωλητήριο, αναψυκτήριο, γραφεία, εργαστήρια και αποθήκες.
Το μουσείο, προϋπολογισμού 14 εκατομμυρίων ευρώ, χρηματοδοτήθηκε από το επιχειρησιακό πρόγραμμα "Πολιτισμός" του Γ'ΚΠΣ. Η κατασκευή του μουσείου συμπληρώθηκε από τοποθέτηση στεγάστρων στον αρχαιολογικό χώρο, χαράξεις δρόμων επισκεπτών και ενοποίηση του αρχαιολογικού χώρου μέσω της δημιουργίας παρακαμπτήριας οδού για τα οχήματα.
Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου