ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ | Νάξος | Κυκλάδες | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ | Νάξος | Κυκλάδες | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ | Νάξος | Κυκλάδες | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ | Νάξος | Κυκλάδες | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ | Νάξος | Κυκλάδες | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ | Νάξος | Κυκλάδες | Golden Greece
ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ | Νάξος | Κυκλάδες | Golden Greece

Νάξος

ΑΡΧΑΙΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ, ΑΡΧΑΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ ΝΑΞΟΥ, ΙΕΡΟ ΣΤΟ ΦΛΕΡΙΟ

Η περιοχή των Μελάνων ήταν κατά την αρχαιότητα ιδιαίτερα σημαντική για την οικονομία και τον πολιτισμό της Νάξου. Ιδιαίτερα η περιοχή γύρω από το Φλεριό, πλούσια σε παχιά επιφανειακά στρώματα καλής ποιότητας μαρμάρου αποτέλεσε λίκνο της ανάπτυξης της μαρμάρινης ελληνικής αρχιτεκτονικής και πλαστικής. Έχουν εντοπισθεί λείψανα που μαρτυρούν κατοίκηση και πιθανώς λατόμευση μαρμάρου ήδη κατά την 3η π. Χ. χιλιετία. Η μεγάλη ακμή των λατομείων των Μελάνων σημειώνεται πάντως τον 7ο και 6ο αιώνα. Μερικά από τα εντυπωσιακότερα γλυπτά και οικοδομήματα των χρόνων αυτών στη Νάξο, τη Δήλο και σε άλλα μέρη της Ελλάδας συνδέονται με την εργασία στα αρχαία λατομεία της περιοχής, στα οποία σώζονται ημιτελή, σε διάφορα στάδια κατεργασίας, αγάλματα και άλλα έργα.
Παράλληλα η περιοχή έχει πλούσιες πηγές νερού, που και σήμερα τροφοδοτούν την πλούσια βλάστηση του τόπου. Στην αρχαιότητα ένα υδραγωγείο μήκους 11 περίπου χιλιομέτρων, σημαντικό τεχνικό έργο με πολλές φάσεις, μετέφερε το νερό στην πόλη της Νάξου εξασφαλίζοντας την ύδρευσή της. Ήδη κατά την αρχική κατασκευή του χρειάστηκε να διατρηθεί το βουνό στα βόρεια της κοιλάδας του Φλεριού με σήραγγα, για τη μέγιστη εκμετάλλευση του νερού, με διανομή του προς όλες τις εύφορες περιοχές κατά τη διαδρομή του προς την πόλη.
Σε ένα ιερό στην περιοχή των λατομείων και της αρχαίας πηγής λατρευόταν μία θεά της ευφορίας και ήρωες προστάτες των λατόμων, που ήταν οι κύριοι επισκέπτες του. Η λατρεία ξεκίνησε σ' αυτόν τον τόπο κατά τον 8ο π. Χ. αιώνα, η ακμή του ιερού σημειώνεται τον 7ο και τον 6ο π. Χ. αιώνα και συμπίπτει με την ακμή της εκμετάλλευσης των λατομείων μαρμάρου της περιοχής. Τον 8ο αιώνα η λατρεία εξυπηρετούνταν από ένα λιθόκτιστο μονόχωρο κτίριο που ακουμπά σε ένα επιβλητικό όγκο μαρμάρου, ένα ισοπεδωμένο χώρο δίπλα του, ένα περίβολο στα βόρεια και ένα ακόμη βοηθητικό κτίριο με τρεις χώρους στα νότια, δίπλα στην είσοδο από την πηγή.
Τον 7ο αιώνα δίπλα στο παλιό ανεγείρεται ένα δεύτερο μεγαλύτερο μονόχωρο ιερό κτίριο, στα δυτικά του διευθετούνται νέοι υπαίθριοι χώροι, σε δύο από τους οποίους προσφέρονται έμπυρες θυσίες και ο περίβολος επεκτείνεται προς τα δυτικά και νότια. Τον 6ο αιώνα, μετά από καταστροφή που προκλήθηκε από μετακίνηση του μαρμάρινου όγκου δίπλα στο αρχαιότερο κτίριο, το κτίριο αυτό ξανακτίζεται με μείωση του πλάτους του ως βοηθητικό του δεύτερου το οποίο αποκτά στο εσωτερικό του ένα ημικυκλικό θρανίο.
Τα νότια βοηθητικά κτίρια κατεδαφίζονται και σε μικρή απόσταση στα δυτικά τους κτίζεται μαρμάρινος ναΐσκος προσανατολισμένος στα παλαιά ιερά κτίρια. Το ιερό λειτούργησε μέχρι το τέλος των αρχαίων χρόνων. Η θεότητα που λατρεύτηκε πρέπει να ήταν μια θεά της ευφορίας, κοντά της όμως τιμήθηκαν πιθανότατα, -αν κρίνουμε από επιγραφή που προέρχεται από την περιοχή- και οι ήρωες Ώτος και Εφιάλτης, οι οποίοι διέθεταν την δύναμη να μετακινούν μεγάλους λίθινους όγκους, ως προστάτες των λατόμων, που ήταν οι κύριοι επισκέπτες του ιερού. Η ανασκαφή έφερε στο φως πολλά μισοτελειωμένα ή αποτυχημένα έργα τους. Η σημασία του ιερού έγκειται σ' αυτήν ακριβώς την ιδιαιτερότητά του: ότι μας φέρνει κοντά στην εργασία των λατόμων και στα πρώτα βήματα της εξέλιξης της ελληνικής μαρμαρικής τέχνης που ξεκίνησε σ' αυτήν εδώ την περιοχή.
Ο ναΐσκος της τρίτης φάσης του ιερού κατασκευάσθηκε από μάρμαρο. Τα θεμέλιά του, που σώθηκαν μέχρι την ευθυντηρία κατασκευάσθηκαν από μεγάλους αδρά δουλεμένους όγκους μαρμάρου που κόπηκαν στην περιοχή, ενώ η ανωδομή του κτίσθηκε με αδρά τετραγωνισμένους όγκους μαρμάρου. Η στέγη ήταν δικλινής, με μαρμάρινα κεραμίδια, από τα οποία πολλά τεμάχια σώθηκαν στην περιοχή. Είναι εμφανής η διάθεση χρήσης μεγάλων λίθων στο μικρό αυτό οικοδόμημα, που εκδηλώνει πιθανώς την βούληση των κατασκευαστών να το συνδέσουν με τους ήρωες-προστάτες των λατόμων οι οποίοι διέθεταν την μυθική δύναμη της μετακίνησης μεγάλων γήινων όγκων. Η βάση με την κυκλική υποδοχή μπροστά στον ναΐσκο στήριζε μαρμάρινο κιονίσκο όπως αυτοί που βρέθηκαν στο ιερό, πάνω στον οποίο θα είχε τοποθετηθεί γλυπτό ανάθημα (μικρό άγαλμα ή σφίγγα).
Στην περιοχή αυτή, που το βραχώδες έδαφος πέφτει απότομα προς τα νοτιανατολικά, δεν χρειάστηκε να ορισθεί το ιερό με περίβολο. Αριστερά, αμέσως στα ανατολικά της βόρειας εισόδου του ιερού, υπήρχε μικρό οίκημα, του οποίου τα λείψανα διατηρήθηκαν στο επίπεδο των θεμελίων του. Λειτούργησε πιθανώς ως εργαστήριο παραγωγής απλών κεραμικών χρηστικών αντικειμένων για το ιερό (πήλινα ειδώλια, αγγεία κ.α.) από τον 7ο αιώνα και εξής, αν κρίνουμε από τα ίχνη της δραστηριότητας που παρατηρήθηκαν στην ταραγμένη του λεπτή επίχωση. Άλλη μια ασαφής κατασκευή υπήρχε ανάμεσα στους βράχους.
Από το πλάτωμα πριν από τα λείψανα της κατασκευής αυτής μπορεί ο επισκέπτης να δει ψηλά στην πλαγιά του απέναντι βουνού ένα από τα σημαντικότερα σημεία έντονης αρχαίας λατόμευσης στην περιοχή και να διακρίνει το ένα από τα δύο σωζόμενα αρχαία αγάλματα που έμειναν ημιτελή επιτόπου.
Μεταξύ 640 και 625 π. Χ. αποφασίσθηκε να κτισθεί ένα δεύτερο, μεγαλύτερο λατρευτικό κτίριο, που κατέλαβε μεγάλο μέρος του ισοπέδου στα δυτικά του παλαιότερου. Το ισόπεδο επεκτάθηκε ελάχιστα προς τα δυτικά, δημιουργήθηκαν όμως και άλλα προς τα νοτιοδυτικά. Το δομικό υλικό του κτιρίου ήταν αδρά δουλεμένες μαρμαρόπετρες. Μέρος αυτού του υλικού βρέθηκε να σκεπάζει το ερείπιο. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το στοιχείο το οποίο σώζεται στην πρόσοψη του νέου κτιρίου, δηλαδή το μονολιθικό μαρμάρινο κατώφλι της θύρας, το οποίο σώζει στα δύο άκρα τα ίχνη της έδρασης των επίσης μονολιθικών παραστάδων. Το κατώφλι αυτό έχει ως θεμελίωση δύο μαρμάρινους κύβους στα άκρα του. Έχουμε εδώ το αρχαιότερο, πρωτόγονο παράδειγμα μαρμάρινου θυρώματος, το οποίο εξελίσσεται αργότερα στα Ναξιακά οικοδομήματα στη Νάξο κα τη Δήλο σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της μνημειώδους ιωνικής αρχιτεκτονικής.
Ο άξονας του νέου οικοδομήματος τοποθετήθηκε επάνω σε ένα καθιερωμένο από τη λατρεία σημείο, μια πυρά που είχε προσφερθεί στις θεότητες του ιερού πάνω στο ισόπεδο που κατέλαβε αργότερα το κτίριο. Προφανώς ήδη κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας του η πυρά αυτή παρέμεινε ορατή ή κατά κάποιο τρόπο αναδεδειγμένη στο δάπεδο του εσωτερικού του. Μετά την αναδιαμόρφωση του συμπλέγματος των δύο κτιρίων κατά των 6ο αιώνα ο χώρος της πυράς σκεπάσθηκε από ένα λιθοσωρό και γύρω απ' αυτόν κατασκευάσθηκε ένα ημικυκλικό θρανίο. Η διαμόρφωση αυτή υποδηλώνει τη λειτουργία μιας χθόνιας μυστηριακής λατρείας.
Τον 7ο π.Χ. αιώνα δημιουργήθηκαν δύο χώροι στο ιερό, ως υπαίθριοι περίβολοι, στους οποίους προσφέρονταν θυσίες στις θεότητες του ιερού. Στις γωνίες υπήρχαν πρόχειρες εστίες. Στο έδαφος ανοίγονταν αβαθείς λάκκοι, μέσα στους οποίους συγκεντρωνόταν στάχτη και απομεινάρια από τις προσφορές (οστά, σπασμένα αγγεία, τεμάχια χαλκών αντικειμένων κ.α.) Τα υλικά αυτά σκεπάζονταν με λεπτές σχιστολιθικές πλάκες που κόβονταν στα πετρώματα του ανατολικού μέρους και διαμορφώνονταν σε κυκλικό σχήμα. Οι προσφορές αυτού του είδους πρέπει να γίνονταν για πολύ καιρό στον ίδιο χώρο, γιατί μερικές από τις αποθέσεις σκεπάζουν άλλες παλαιότερες. Μερικές φορές ως καλύμματα των προσφορών χρησιμοποιήθηκαν βάσεις μεγάλων πήλινων αγγείων. Δίπλα από μια από τις κυκλικές αυτές πλάκες αποκαλύφθηκε αγγείο που περιείχε 94 αστραγάλους αιγοειδών. Οι περίβολοι αυτοί αρχικά διέθεταν είσοδο. Αργότερα όμως η είσοδος φράχθηκε με χαμηλό τοίχο, οι χώροι επομένως έγιναν άβατοι, δηλαδή απάτητοι και μέσα τους διατηρήθηκαν οι υπάρχουσες προσφορές, αλλά πιθανότατα δεν προσφέρονταν πια νέες. Το κατώφλι της εισόδου σώζεται κάτω από τον τοίχο της μεταγενέστερης φάσης.
Στα νότια των χώρων με τις προσφορές δημιουργήθηκε πιθανότατα κατά την τρίτη φάση λειτουργίας του ιερού διάδρομος εισόδου σ' αυτό από τα δυτικά. Αξιοσημείωτη είναι η θέα ολόκληρου του ιερού, που αναδεικνύει την κυκλοτερή διάταξη των εγκαταστάσεών του.

Συντάκτης: Φωτεινή Αναστασοπούλου